Βγήκε στη σκηνή με δέκα ημέρες καθυστέρηση. Αν βέβαια δεν ανήκες στους άτυχους από επαρχία που δυσκολεύτηκαν να ξανάρθουν ή να εξαργυρώσουν τα εισιτήριά τους μικρή σημασία είχε πια η αναβολή –ακόμη κι όσο η οθόνη του Tae Kwon Do έπαιζε μάλλον παρελκυστικά, εν είδει support, βίντεο με τους Ramones, τους New York Dolls, τη Nico, τον Σαρλ Αζναβούρ ή τον θάνατο της Θάτσερ. Στο κάτω κάτω, ο Μόρισεϊ έχει και στην Ελλάδα μερικούς από τους πιο αφοσιωμένους θαυμαστές, γι’ αυτό και από το πρώτο «Kalispera», τις εναρκτήριες νότες του «Queen is dead» των Smiths ή του δικού του «Suedehead», στο περίπου γεμάτο στάδιο επικράτησε μια μικρή φρενίτιδα. Τόσο, που σχεδόν δεν επέτρεπε στην τσίκνα από τις καντίνες να εισβάλει, να ελιχθεί πάνω από τα κεφάλια και να φθάσει στα ρουθούνια τού περφόρμερ κάνοντάς τον, όπως τότε στο Φεστιβάλ Κοατσέλα, να διακόψει τη συναυλία.

Παρά τους υπερβολικούς ψιθύρους των τελευταίων ημερών, ετούτη εδώ την ολοκλήρωσε και με το παραπάνω, τουλάχιστον για όσους δεν τον γνώρισαν με το πρόσφατο «World Peace is None of your Business». Ο παρεμβατικός δημιουργός του πάντως συνέδεσε το ομώνυμο κομμάτι με τη συγκυρία, τραγουδώντας με έμφαση τον στίχο «κάθε φορά που ψηφίζεις υποστηρίζεις τη διαδικασία» ή παραφράζοντάς τον κατόπιν ως «Κόσμε, η Ελλάδα δεν είναι δική σου δουλειά».

Οχι ότι έλειψαν οι προσωπικές, «απολαυστικά μίζερες» όπως θέλει μια κάπως εγωιστική προσέγγιση, στιγμές: το «Asleep» των Smiths ακούστηκε ακόμη πιο πεισιθάνατο με δεδομένα τα προβλήματα υγείας του ερμηνευτή του. Το «Trouble loves me» χαροποίησε όσους δεν το είχαν ξανακούσει ζωντανά. Και είχε κατά κάποιον τρόπο πλάκα που, όπως κάθε κομμάτι συνοδευόταν από μια φωτογραφία στο φόντο, το «Everyday is like Sunday» συνοδευόταν από μία του Μπρους Λι. Εκτός πάντως από μερικούς γονείς με πιτσιρίκια ανά χείρας, λίγοι πρέπει να θυμούνταν τι γινόταν το 1986. Εστω κι έτσι, δεν ήταν τα καινούργια «Neil Cassidy Drops Dead», «Scandinavia» ή «I’m not a man» που προκάλεσαν ρίγη όσο το «Meat is Murder» –κι αυτό, όχι γιατί το έπαιξε μια μπάντα τόσο καλοκουρδισμένη (ώρες ώρες έμοιαζε κουρδιστή) αλλά γιατί στο δικό του φόντο, καθ’ όλη τη διάρκειά του, προβάλλονταν αποτρόπαιες εικόνες από τη βιομηχανία κρέατος. Είναι γνωστές οι απόψεις του Μόρισεϊ για εκείνη, όπως και ότι συχνά αποχωρίζεται το πουκάμισό του εν μέσω παροξυσμού. Ετσι έκανε και προς το τέλος του βραδιού της Δευτέρας, χωρίς να εκπλήξει, ούτε όμως και να κουράσει.

Πιο σιβυλλική ήταν η τελευταία δήλωσή του, περισσότερο κι από εκείνη την αινιγματική «χαιρόμαστε πολύ που μας δεχθήκατε στη χώρα σας» ή το αναπάντεχο πέταγμα μιας μπάλας στο κοινό. «Να θυμάστε εμένα, αλλά να ξεχάσετε τη μοίρα μου» όπως είπε προ ημερών και στο Λονδίνο και έκλεισε με μια ισοπεδωτική για τα ντραμς εκτέλεση του «How soon is now».