Δεν χρειάζονται συστάσεις: «Η μελωδία της ευτυχίας» ζει πάνω από μισόν αιώνα ως θέμα και θέαμα, ως ανάμνηση, ως συγκίνηση, ως εικόνα.
Ξεκίνησε το 1959 με το μιούζικαλ που έκανε πρεμιέρα στο Μπρόντγουεϊ. Ούτε οι δημιουργοί της Ρίτσαρντ Ρότζερς (μουσική) και Οσκαρ Χάμερσταϊν (στίχοι) είχαν διανοηθεί την επιτυχία και τη διαχρονικότητά της. Πολύ περισσότερο δεν είχαν φανταστεί τι θα σήμαινε το πέρασμά της στη μεγάλη οθόνη.
Η αμερικανική ταινία σε σκηνοθεσία του Ρόμπερτ Γουάιζ βγήκε στις αίθουσες τον Μάρτιο του 1965 και έμελλε να αποδειχθεί ως μία από τις πλέον εμπορικές παραγωγές όλων των εποχών. Με πέντε βραβεία Οσκαρ και την Τζούλι Αντριους να καθορίζει τον ρόλο της Μαρίας, η ταινία ανήκει πια στις «κλασικές». Μαζί της, στη διανομή, ο Κρίστοφερ Πλάμερ στον ρόλο του πλοιάρχου Φον Τραπ, η Ελινορ Πάρκερ και ο Ρίτσαρντ Χέιντεν.
Οσο για τα τραγούδια, από το ομώνυμο «Τhe sound of music» και το «Edelweiss» ως το πολυαγαπημένο «Μy favourite things», εξακολουθούν να μας συγκινούν.

Τόσο το μιούζικαλ όσο και η ταινία βασίστηκαν στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της Μαρίας Φον Τραπ «The Story of the Trapp Family Singers», που είχε εκδοθεί το 1949. Η ιστορία τους δεν είναι άλλη από αυτή της γκουβερνάντας που μπαίνει στο σπίτι του πλοιάρχου με τα πολλά παιδιά για να τους αλλάξει τη ζωή. Καθώς δεν συνεργάστηκαν με τους Ναζί, έφυγαν για την Αμερική και έκαναν εκεί μουσική καριέρα.

ΜΙΑ ΚΑΛΗ ΙΔΕΑ. Η μεταφορά της «Μελωδίας της ευτυχίας» στη σκηνή του Παλλάς είναι, κατ’ αρχήν, μια καλή ιδέα καθώς συνδυάζει πολλά θετικά στοιχεία: ένα γνωστό και αγαπημένο μιούζικαλ, μια ωραία ρομαντική ιστορία και όλα αυτά μέσα σε έναν ιστορικό περίγυρο που καθόρισε το μέλλον του κόσμου. Η αγάπη για τον Θεό και η αγάπη για τον άνθρωπο, η προσφορά, η αφοσίωση, η αντίσταση.
Ολες αυτές οι έννοιες, όλα αυτά τα συναισθήματα χωρούν μέσα στο έργο. Και είναι αλήθεια πως αναδείχθηκαν στην παράσταση που υπογράφει η Θέμις Μαρσέλου. Συγκίνηση, τρυφερότητα, γλύκα και το εύρημα των πολλών παιδιών, που στην προκειμένη περίπτωση δεν χρησιμοποιεί τα παιδιά ως ντεκόρ, αλλά συναποτελούν, με τη Μαρία, τους βασικούς πρωταγωνιστές.
Για να είμαστε ειλικρινείς, η «Μελωδία» δεν ενδείκνυται ούτε για σκηνοθετικές πρωτοτυπίες ούτε για μοντέρνες απόψεις: λειτουργεί μέσα μας ως μια εικόνα και ουσιαστικά αυτήν αναζητούμε στο αντίστοιχο θέαμα. Υπό αυτό το πρίσμα, η παράσταση στο Παλλάς πέτυχε εν πολλοίς τον στόχο της.

Οι προβολές στο video-wall μετέφεραν την αίσθηση από τις ανοιχτές πεδιάδες και τα ψηλά βουνά και οι εναλλαγές των σκηνικών έδωσαν το στίγμα. Το μοναστήρι, το σπίτι των Τραπ (το σαλόνι με τη σκάλα, το υπνοδωμάτιο της Μαρίας, ο κήπος) και η αίθουσα του μουσικού διαγωνισμού διαμόρφωσαν τον χώρο όπου εξελίχθηκε η ιστορία.

Η Νάντια Κοντογεώργη δεν στερείται ούτε υποκριτικού ταλέντου ούτε φωνητικού. Αγάπησε πολύ τη Μαρία, είναι σαφές αυτό, και την ερμήνευσε με δύναμη και ίσως γι΄αυτό, μερικές φορές, της στέρησε ένα συναισθηματικό βάθος. Σαν η κωμική φλέβα της ηθοποιού και η έντασή της να αφαίρεσαν από την ηρωίδα ένα κομμάτι εσωτερικότητας.

Ο Φον Τραπ του Ακη Σακελλαρίου ακολούθησε την εξελικτική πορεία του ρόλου μέσα στην παράσταση.
Σωστές οι επιλογές της Ζέτας Δούκα και του Αργύρη Αγγέλου, αν και υποτάχθηκαν, εν μέρει, σε μια παραπάνω περιπαικτική διάθεση. Εξαιρετικές οι φωνητικές δυνατότητες της Ηγουμένης (Μαρία Γράμψα).
Οσο για τα παιδιά, είναι φανερό ότι επελέγησαν με αυστηρά κριτήρια γιατί το καθένα δίνει με την παρουσία και την ερμηνεία του ένα μικρό ρεσιτάλ. Ολα μαζί κερδίζουν το στοίχημα.

Απόδοση και σκηνοθεσία:Θέμις Μαρσέλου

Ενορχήστρωση:Γιάννης Αντωνόπουλος

Χορογραφίες:Αννα Αθανασιάδη

Σκηνικά:Μαίρη Τσαγκάρη

Κοστούμια:Παναγιώτα Κοκορού

Φωτισμοί:Σάκης Μπιρμπίλης

Παίζουν:Νάντια Κοντογεώργη, Ακης Σακελλαρίου, Ζέτα Δούκα, Αργύρης Αγγέλου,

Μαρία Γράμψα,Ιάσων Μανδηλάς, Αννα Φιλιππάκη κ.ά.

Ζωντανή 14μελής ορχήστρα.

Θέατρο Παλλάς(Βουκουρεστίου 5, τηλ. 210-3213.100) Παραστάσεις: Τετάρτη Παρασκευή 19.00,

Σάββατο17.00 και 20.30, Κυριακή 18.30.