«Στα μούτρα μας». Ετσι ακριβώς συμβαίνει με το θέατρο της Σάρα Κέιν (1971-1999). Γράφει ένα έργο και το πετάει στα μούτρα των θεατών, στα μούτρα της κοινωνίας. Αυτό είναι άλλωστε και το θέατρο «in-yer-face» που (σύμφωνα με τον ορισμό του) στόχο έχει να αρπάξει το κοινό από τον σβέρκο και να το ταρακουνήσει ώσπου να πιάσει το νόημα. Προϊόν της δεκαετίας του ’90, σηματοδοτεί κάτι σκανδαλώδες, επιθετικό ή προκλητικό που αποκλείεται να αγνοηθεί ή να αποφευχθεί.

Στο «Blasted / Ερείπια» –όπως και στα υπόλοιπα έργα της βρετανίδας αυτόχειρος («Φαίδρας Ερως», «Καθαροί πια», «Λαχταρώ», «4:48 Ψύχωση») τίποτα δεν περνάει αναίμακτα. Ούτε πάνω ούτε κάτω από τη σκηνή. Εδώ, τα τρία πρόσωπα, ο Ιαν, η Κέιτ και ο Στρατιώτης, φέρουν όλη την ιστορία –τη δική τους και της εποχής τους. Η Κέιν ξεκίνησε να το γράφει ως «ένα έργο για δύο άτομα σε ένα δωμάτιο» και κατέληξε να το περάσει μέσα από τον εμφύλιο της Βοσνίας. Αναζήτησε τον κοινό παρονομαστή ανάμεσα στον βιασμό μέσα σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου και στη βία στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας. Και τα κατάφερε.

ΖΩΝΤΑΝΑ ΕΡΕΙΠΙΑ. Θύματα και θύτες, ασταθείς ψυχικά, με μνήμες ανείπωτης σωματικής και ψυχολογικής βίας, οι ήρωες στο «Blasted» είναι πραγματικά ερείπια. Ζωντανά(;). Ετοιμα να διοχετεύσουν ό,τι έζησαν στον διπλανό τους. Σαν φορείς αιώνιας βίας…

«Μισώ την ιδέα ενός θεάτρου που είναι απλώς μια απογευματινοβραδινή απασχόληση» έγραφε η ίδια για τα έργα της. Και όταν είδε θεατές να αποχωρούν στη μέση της πρώτης παράστασης του «Blasted», τότε κατάλαβε πως έτσι πρέπει να γίνεται. Να ενοχλεί σε σημείο που να μην το αντέχεις και να θέλεις να φύγεις.

Στη σκηνή του θεάτρου Πορεία ο λόγος της αρθρώνεται καθαρός. Κάποιες στιγμές ίσως και να μην αντέχεις να τον ακούς. Αλλά δεν σηκώνεσαι να φύγεις. Η παράσταση λειτουργεί σαν μαρτυρία, με στοιχεία ντοκιμαντέρ: η μεγάλη οθόνη στο βάθος της σκηνής προβάλλει στιγμιότυπα ποδοσφαιρικού αγώνα από το αγγλικό πρωτάθλημα, ειδήσεις του BBC και στη συνέχεια τα ερείπια της βομβαρδισμένης πόλης. Καθιστά το κοινό θεατές –τηλεθεατές – παρατηρητές –αμέτοχους…

Ο σκηνοθέτης κράτησε την ένταση των λέξεων (δική του η μετάφραση) αλλά όχι το συναίσθημα και το πάθος που αυτές προκαλούν. Χωρίς την ποιητική διάσταση, το ακραίο μένει σε απόσταση. Η παράσταση του «Βlasted» δεν σε απορροφά. Σε κρατά ενεργό, σε προβληματίζει, αλλά δεν την κουβαλάς στην ψυχή σου. Το έργο αποδεικνύεται πιο δυνατό –το παίρνεις μαζί. Σαν μάθημα σύγχρονης ιστορίας.

Ολα συμβαίνουν στο δωμάτιο 202 του ξενοδοχείου: σκηνικό πολέμου, κολαστήριο, τάφος. Το σεξ δεν είναι παρά απειλή, εκτόνωση, πόνος, αίμα, θάνατος. Ο Ιαν και η Κέιτ μεταφέρουν σε κάθε τους βήμα τη βία, το έγκλημα, τη συντριβή. Το ζωώδες έχει επιβληθεί του ανθρώπινου. Ο πόλεμος εισβάλλει, βομβαρδίζει, διαλύει, καταστρέφει. Χάος. Ο στρατιώτης βιάζει τον Ιαν, ο θύτης γίνεται θύμα. Συντρίμμια και ερείπια.

Η υποκριτική δύναμη και η αλήθεια του Ακύλλα Καραζήση αποδεικνύονται απαραίτητα συστατικά της παράστασης. Είναι το κτήνος που υποφέρει αφού έχει πρώτα κάνει τους άλλους να υποφέρουν. Στέρεος ηθοποιός, που ξέρει να χειρίζεται τα εκφραστικά του μέσα, ο Καραζήσης εντάσσεται στον κόσμο της Σάρα Κέιν και αποτελεί τη βασική γωνία της παράστασης. Η Κέιτ της Λένας Παπαληγούρα προσπαθεί να κάνει το ίδιο. Τρομοκρατημένη, άρρωστη (επιληπτική), θύμα κι αυτή μιας βίας διαρκείας, αφήνει μετέωρη την ηρωίδα της επί σκηνής. Μοιάζει σαν να την αγάπησε πολύ.

Το τρίγωνο ολοκληρώνεται με τον στρατιώτη του Μιχάλη Αφολιάνο. Κυνικός, προσωποποιεί τον ίδιο τον πόλεμο, το μίσος, την εκδίκηση. Εισβάλλει στο δωμάτιο και στο έργο για να τα διαλύσει όλα. Εκπροσωπεί το κακό, τον διάβολο, την κόλαση. Η ερμηνεία του στέκεται περισσότερο στην επιφάνεια, στις κινήσεις, στις καταστάσεις. Δεν εμβαθύνει.