Πέρυσι είχε μεγάλου μήκους ταινίες της δεκαετίας του ’20, όπως το «Νοσφεράτου» του Μουρνάου ή το «Μετρόπολις» του Φριτς Λανγκ. Φέτος ανοίγεται σε περισσότερες κατευθύνσεις, με σύγχρονες βωβές, πειραματικές μικρού μήκους, αλλά και ένα σωρό παράλληλες δράσεις. Η κεντρική ιδέα φυσικά παραμένει η ίδια: η συνάντηση του βωβού κινηματογράφου με τη σύγχρονη ηλεκτρονική μουσική, με στόχο την εξερεύνηση και την πρόταση νέων σημείων τομής μεταξύ ήχου και κινούμενης εικόνας. Που είτε είναι σε ταύτιση είτε σε σύγκρουση και αντίστιξη, αναπτύσσονται με παρονομαστή τον χρόνο της ζωντανής παράστασης. Ακούγονται λίγο περίεργα όλα αυτά σε μερικά αφτιά, ίσως όμως αναθεωρήσουν αν στις 24, 25 και 26 Οκτωβρίου περάσουν μια βόλτα από τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών και τη δεύτερη διοργάνωση του φεστιβάλ InMute.

Το φετινό του πρόγραμμα λοιπόν ξεκινά με πειραματικές ταινίες μικρού μήκους των Χάρι Eβερετ Σμιθ, Μαν Ρέι ή Χανς Ρίχτερ, που συνοδεύονται από ήχους των Γιώργη Σακελλαρίου, Balinese Beast ή Γιώργου Κατσάνου. Τη δεύτερη ημέρα, το βωβό «Cowards Bend the Knee» του Γκάι Μάντιν συνυπάρχει με τον βρετανό DJ Φίλιπ Τζεκ, ενώ το «Notations» της Βίκι Μπένετ ερμηνεύεται από τους έλληνες Acte Vide. Η τρίτη ημέρα είναι ακόμα πιο ενδιαφέρουσα: οι Voltnoi & Quetempo παρουσιάζουν μια οπτικοακουστική περφόρμανς βασισμένη στη βωβή «Κοινωνική σαπίλα» (φωτογραφία) του Στέλιου Τατασόπουλου (η οποία στην πρόσφατη ψηφοφορία του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ήρθε πρώτη ανάμεσα σε 200 ελληνικά φιλμ), ενώ το φεστιβάλ κλείνει με το εμβληματικό «Το πάθος της Ζαν ντ’ Αρκ» του Καρλ Ντράγερ. Τη μουσική που θα το συντροφεύει συνέθεσε ειδικά για το InMute ο Δανός Γιάκομπ Κίρκεγκορ.