Ενταση, μικροί διαπληκτισμοί, διαμαρτυρίες αλλά και απόπειρα εξηγήσεων από τους ανθρώπους που βρίσκονταν στο γκισέ των εισιτηρίων. Πάνω από 150 άνθρωποι περίμεναν στην ουρά για να εξασφαλίσουν μια θέση στο μικρό θεατράκι στο Αλσος Βεΐκου προχθές το βράδυ –που είχε γεμίσει ασφυκτικά από νωρίς –για να παρακολουθήσουν τη Νένα Μεντή να ερμηνεύει την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου. Ηταν η τελευταία παράστασή της στην Αθήνα ύστερα από πέντε χρόνια επιτυχίας.

Η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου αγαπούσε τη ζωή και την έζησε ώς το μεδούλι, με όλες τις αντιξοότητες και τις κακουχίες που συνάντησε. Αυτή η ζωή συμπυκνώθηκε σε μια από τις εναρκτήριες φράσεις του μονολόγου: «Εγώ έζησα αιχμάλωτη, δεν θα ζούσα λεύτερη;».

Η Νένα Μεντή μετέφερε όλη την ατμόσφαιρα και τις πτυχές της ιδιαίτερης προσωπικότητας της γνωστής στιχουργού. Για δύο ώρες στη σκηνή φώναζε, εκλιπαρούσε, γελούσε δυνατά, έκλαιγε με λυγμούς, σωριαζόταν στο πάτωμα και συνδιαλεγόταν –φανταστικά –με τα πρόσωπα που σημάδεψαν τη ζωή της Παπαγιαννοπούλου. Ζωντανές εικόνες από τον ξεριζωμό του ’22, τη ζωή της στο Μεταξουργείο με την όμορφη αυλή με την πασχαλιά, τον πόλεμο του ’40, τους δύο γάμους της, τον θάνατο της κόρης της, τις ατελείωτες ώρες στα υπόγεια παίζοντας χαρτιά.

Ολα όσα τη σημάδευαν γίνονταν η πρώτη ύλη για τους στίχους τους. Λίγο πριν από τον θάνατό της η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου έγραψε το «Περασμένες μου αγάπες» λέγοντας στον Χιώτη που το ερμήνευσε: «Μανώλη, δεν θέλω να πεθάνω! Θέλω να ζήσω!».

Το τέλος της παράστασης γράφτηκε με την πρωταγωνίστρια πάνω από την πράσινη τσόχα να υπογραμμίζει το πάθος που χάραξε τη ζωή τής Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου. Η Νένα Μεντή αποχαιρετά το κοινό, που όρθιο δεν σταματά να τη χειροκροτεί και βαθιά συγκινημένη αποχωρεί από τη σκηνή του θεάτρου.