Η οπίσθια γυμνή όψη του γυναικείου (κυρίως) σώματος είναι ένα πεδίο μάχης λαμπρό. Εκεί διαπρέπουν πινέλα ζωγραφικής, νυστέρια χειρουργικής, πομάδες παραδοσιακής ιατρικής, κρέμες και επιθέματα κοσμετολογικής τεχνολογίας, κάμερες υψηλής ευκρίνειας. Από τις αρχέγονες μητριαρχικές κοινωνίες και τα στεατοπυγικά αγαλματίδια με θεές της γονιμότητας έως τα σύγχρονα σύμβολα της ποπ κουλτούρας με τους ασφαλισμένους εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια δικέφαλους μυς, τα οπίσθια μετατοπίζουν τους κανόνες ομορφιάς.

Ο γάλλος κοινωνιολόγος Ζαν-Κλοντ Κάουφμαν, διευθυντής του Κέντρου Εθνικών Ερευνών CNRS, θεώρησε ότι η εποχή ήταν κατάλληλη για μία ιστορία καταγραφής αυτής της ιδιόμορφης τοπογραφίας. Και στο βιβλίο του «Ο πόλεμος των οπισθίων» («La Guerre des Fesses», εκδόσεις JC Lattès) εξηγεί ότι ο πολιτισμός των οπισθίων έχει γεωγραφικές, ιδεολογικές, αισθητικές, άρα και πολιτικές διαφορές.

Η πρώτη γενικευμένη ένδειξη είναι η διαφορά μεταξύ Βορρά και Νότου. Στις βόρειες περιοχές κυριαρχούν οι μικρές περιφέρειες ενώ στα νοτιότερα κλίματα η λατρεία για τις καμπύλες είναι διαδεδομένη. Από τις γυμνές γυναικείες πρωτόγονες μορφές στα αφρικανικά ξυλόγλυπτα που ενέπνευσαν τον Πικάσο και τον Μοντιλιάνι έως και τις αισθησιακές καμπύλες των μοντερνιστικών έργων του βραζιλιάνου αρχιτέκτονα Οσκαρ Νιμάγιερ τα γυναικεία οπίσθια με τις καμπύλες τους αναστατώνουν τα πεδία της καλλιτεχνικής δημιουργικότητας. Ενώ στον 21ο αιώνα ο γάλλος θεωρητικός υπογραμμίζει τη μετατόπιση προς τις χειρουργικές επεμβάσεις, τη διάδοση της μεθόδου λιποαναρρόφησης ώστε οι καμπύλες των οπισθίων να συρρικνωθούν σε μία σιλουέτα σχήματος «I».

Οι πουριτανικές αντιλήψεις του Βορρά περιορίζουν και κρατούν ντυμένη την περιφέρεια των γλουτών αρκετά εκατοστά κάτω από το ένα μέτρο. Και αντιτίθενται στην εκστατική εξωστρέφεια με την οποία ο ιταλικός Νότος και η βιομηχανία της μόδας αποκαλύπτουν τα οπίσθια με τη σιλουέτα κλεψύδρα και τη διαφάνεια των λεπτών υφασμάτων που διαγράφουν και αποκαλύπτουν την ποθητή σε ανδρικά βλέμματα περιοχή.

«Πρόκειται για μια πολιτιστική κυριαρχία του κόσμου. Ανάλογα με το ποιο μοντέλο αισθητικής θα επικρατήσει, θα αλλάξουν τα κριτήρια ομορφιάς, αλλά και οι αντιλήψεις μας για την επιθυμία», δηλώνει με σοβαρότητα ο Ζαν-Κλοντ Κάουφμαν. Η κοινωνία των ανθρώπων δεν είναι δυνατόν να λειτουργεί με πολλά πρότυπα. Χρειάζεται ένας περιορισμένος κώδικας. Αλλωστε η λευκή χριστιανική Δύση για αιώνες είχε επιβάλει την κυριαρχία της και τα πρότυπα της αισθητικής της. Δηλαδή το υπερβολικά λεπτό σώμα ήταν ο κανόνας της ομορφιάς. Με την ενίσχυση των αναδυόμενων αγορών αυτή η κυριαρχία φθίνει και οι καμπύλες αντεπιτίθενται. Οι βασίλισσες της χιπ-χοπ και της λάτιν μουσικής, όπως η Μπιγιονσέ, η Νίκι Μινάζ και η Τζένιφερ Λόπεζ, γίνονται οι εμβληματικές φιγούρες αυτής της σωματικής μορφολογικής αντιπαράθεσης.

Είναι λοιπόν το τοπίο των οπίσθιων καμπυλών πολιτικό ζήτημα; Στον «Πόλεμο των οπισθίων» η απάντηση ξεκινά από τον τρόπο ζωής στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες και τα στατιστικά στοιχεία που περιγράφουν τη γυναικεία εμμονή με τη λεπτεπίλεπτη, ισχνή φιγούρα, ως διακριτικό γνώρισμα κοινωνικής διάκρισης. Στα μεσαία αστικά στρώματα του Νότου, από το Ντακάρ έως το Ρίο ντε Ζανέιρο, οι γυναίκες επιτίθενται στα οπίσθιά τους για να τα εξαφανίσουν. «Ωστόσο στις ίδιες μητροπόλεις υπάρχει και η αντίστροφη κίνηση ενίσχυσης της γυναικείας ταυτότητας με τη μόδα των ενισχυμένων καμπυλών που παρελαύνουν στα βιντεοκλίπ ή στα χορευτικά θεάματα των κλαμπ με τη μεγαλύτερη συνάθροιση κόσμου», επισημαίνει ο γάλλος στοχαστής και παρατηρητής των αλλαγών της σύγχρονης καθημερινότητας.

Σύμφωνα με τον άγγλο θεωρητικό τέχνης, ζωγράφο και ποιητή Τζον Πίτερ Μπέργκερ, η απαρχή της πρωταγωνιστικής θέσης των οπισθίων στην ιστορία των εικαστικών στη δυτική τέχνη επιστρέφει προς τον 19ο αιώνα. Τα σημάδια αλλαγής πάνω στην εικόνα του γυναικείου γυμνού σώματος οδηγούν το βλέμμα στον πίνακα του Ζαν Ογκίστ Ντομινίκ Ενγκρ «Η μεγάλη οδαλίσκη». Σύμφωνα με τον Μπέργκερ στο βιβλίο του «Η εικόνα και το βλέμμα» η οδαλίσκη αποκαλύπτει τα πιο απόκρυφα σημεία της στον θεατή. Το βλέμμα της όμως υποδηλώνει ότι αυτή αρχίζει να γίνεται η κυρίαρχη του παιχνιδιού. Και στοιχεία όπως η κοινωνική τάξη, η γυναικεία σεξουαλικότητα ή το παιχνίδι της κυριαρχίας μπαίνουν στο καλλιτεχνικό λεξιλόγιο.

Θα χρειαστεί να περάσουν πολλά χρόνια ακόμη έως τη στιγμή που ο Σαλβαδόρ Νταλί θα κάνει τον θεατή συμμέτοχο και ηδονοβλεψία του θέματος, ζωγραφίζοντας το έργο «Νεαρή παρθένος αυτοσοδομίζεται από την ίδια της την παρθενία». Ο Νταλί, όπως και άλλοι σουρεαλιστές, έδειξε ενδιαφέρον και για τα γραπτά του Μαρκήσιου ντε Σαντ «Οι 120 ημέρες των Σοδόμων» και «Η φιλοσοφία του μπουντουάρ». Ο Ντε Σαντ πρεσβεύει την απόλυτη ελευθερία. Και απόλυτη ελευθερία δεν μπορεί να υπάρχει παρά μόνο με την κατάρρευση κάθε απαγόρευσης.

«Η αισθητική βελτίωση των καμπυλών δεν είναι ανώδυνη διαδικασία και συχνά εγκλωβίζει τη θηλυκότητα σε ένα αντικείμενο του πόθου», υπογραμμίζει ο Ζαν-Κλοντ Κάουφμαν. Η εποχή που λάτρεψε ερωτικά τα γυναικεία οπίσθια ήταν η δεκαετία του 1950 και με κυρίαρχα μοντέλα τα «κορίτσια πιν απ » (η Μέριλιν Μονρόε ήταν ένα από αυτά στο ξεκίνημα της καριέρας της) και τις σταρ του ιταλικού σινεμά Τζίνα Λολομπρίτζιντα και Σοφία Λόρεν.

Στη δεκαετία του 1960 η γαλλική νουβέλ βαγκ τόλμησε να υποστηρίξει τις καλλίγραμμες αναλογίες της Μπριζίτ Μπαρντό, της Ρόμι Σνάιντερ και της Μιρέιγ Νταρκ. Οι πρωταγωνίστριες των ταινιών «Η περιφρόνηση», «Η πισίνα», «Η ψηλή ξανθιά κι ένα μαύρο παπούτσι» θα ταράξουν τους θεατές με τα γυμνά σώματά τους. Για να φτάσουμε στα πρόσφατα πρότυπα των γυναικείων καμπυλών. Με τη Μόνικα Μπελούτσι και τη Σκάρλετ Τζοχάνσον να εκδηλώνουν την πληθωρικότητα του γυναικείου σώματος με τις καμπύλες τους σε πλήρη ανάπτυξη. Οσο για την επιδεικτική επίθεση της Μάιλι Σάιρους στα βραβεία MTV, η επίδειξη των γυμνών οπισθίων της δεν αφήνει περιθώρια πολιτικών αναλύσεων ή συζήτησης για γυναικεία ταυτότητα και επανεκτίμηση του σώματος και των κανόνων ομορφιάς του. Στην ποπ κουλτούρα ο πολιτισμός των οπισθίων ολισθαίνει προς την κοιλάδα των ανελεύθερων πνευμάτων.