Στο σπίτι της σχεδόν κανένας δεν της μιλούσε για τον διάσημο προπάππο της. Κάποτε μια συνεργάτιδα της μητέρας της την ξεμονάχιασε μαζί με ένα από τα μεγαλύτερα αδέλφια της και ρώτησε αν έχουν σχέση με τον μεγάλο ζωγράφο. Εκείνη απάντησε όχι. Ο αδελφός της απάντησε ναι. Ωστόσο ουδείς της έλεγε ποιος ήταν επιτέλους αυτός ο Ματίς. Οι πρώτες υποψίες προκλήθηκαν μόνο όταν σε κάποια μεγάλα μουσεία άρχισε να παρατηρεί το επίθετό της στις λεζάντες κάτω από ορισμένους πίνακες.

«Η παρουσία του ήταν τόσο έντονη, λες και ήταν ένας τεράστιος ροζ ή κόκκινος ή μοβ ελέφαντας μέσα στο δωμάτιο για τον οποίο δεν χρειάζεται να γίνει λόγος. Απλώς βρίσκεται εκεί» λέει σήμερα η Σοφί Ματίς, δισεγγονή του φωβιστή Ανρί Ματίς, δίπλα στα 130 τελευταία έργα του προπάππου της που βασίζονταν στη χαρτοκοπτική και στο κολάζ και τα οποία συνθέτουν μία από τις σημαντικότερες εκθέσεις της Τέιτ Μόντερν του Λονδίνου, από εκείνες που «βλέπει κάποιος μόνο μια φορά στη ζωή του», όπως χαρακτηριστικά λέει ο διευθυντής του βρετανικού μουσείου Νίκολας Σερότα, ο οποίος μάλιστα συνυπογράφει την επιμέλεια «της μεγαλύτερης έκθεσης με αυτό το σώμα δουλειάς τού Ματίς που περιλαμβάνει τα περισσότερα από τα σημαντικότερα έργα».

«Είναι μια εκπληκτική στιγμή για μένα να βλέπω όλα αυτά τα έργα συγκεντρωμένα» συνεχίζει η 49χρονη – είναι και η ίδια καλλιτέχνις, ακολουθώντας τα ίχνη του διάσημου προπάππου της – μιλώντας για την έκθεση με τα έργα που φιλοτέχνησε ο Ανρί Ματίς καθηλωμένος σε μια καρέκλα από το 1937 έως το 1954.

«Συγκινήθηκα βλέποντας το απόσπασμα της ταινίας όπου ο Ματίς – ηλικιωμένος, στο αναπηρικό καροτσάκι, βλοσυρός – δουλεύει. Το να τον βλέπεις να κόβει με τα ψαλίδια του ήταν λες και κολυμπούσε ανάμεσα στα χαρτιά. Η αποφασιστικότητά του, η προσήλωσή του έδιναν την εντύπωση ότι είχε κάνει τις ίδιες κινήσεις εκατομμύρια φορές. Ηταν πολύ όμορφο και αναπάντεχο», είπε μπροστά στους δημοσιογράφους η Σοφί, η οποία περιδιαβάζοντας την έκθεση στάθηκε μπροστά σε ένα από τα Μπλε Γυμνά διαπιστώνοντας ότι «όταν κοιτάζεις αυτό το έργο, δεν έχεις την αίσθηση ότι είναι κάτι παλιό». Από τη γεμάτη χρώματα έκθεση άλλωστε προκύπτει πόσο γεμάτος ζωντάνια ήταν ο Ματίς στα τελευταία χρόνια της ζωής του. «Ηταν νέος και όλο ζωή» προσθέτει η δισεγγονή του, η οποία δεν πρόλαβε να τον γνωρίσει αφού εκείνος πέθανε ένδεκα χρόνια προτού εκείνη γεννηθεί.

Η ΓΙΑΓΙΑ ΤΙΝΙ. Το όνομα, βαρύ σαν Ιστορία, όμως την κυνηγά. Και κάποιες φορά το κυνηγά εκείνη. Και μπορεί το επίθετο Ματίς να είναι εκείνο που φαίνεται με την πρώτη ματιά, όμως το οικογενειακό ιστορικό της Σοφί κρύβει και άλλες εκπλήξεις. Και αυτό γιατί η γιαγιά της Αλεξίνα – για τους φίλους της Τίνι – όταν πήρε διαζύγιο από τον Πιερ Ματίς παντρεύτηκε ένα άλλο μεγάλο όνομα της Τέχνης, τον Μαρσέλ Ντισάν.

Για ποιο λόγο όμως ο μύθος του Ματίς άργησε να γίνει κομμάτι της συνείδησης της Σοφί; Ισως επειδή δεν γεννήθηκε στη Γαλλία, όπου ζούσε το μεγαλύτερο μέρος της οικογένειας, αλλά στη Μασαχουσέτη των Ηνωμένων Πολιτειών, δεδομένου ότι ο πατέρας της Πολ – γλύπτης στο επάγγελμα – μεγάλωσε στη Νέα Υόρκη και ο παππούς της Πιερ ήταν γνωστός έμπορος τέχνης. Και επειδή κανένας στο σπίτι δεν μιλούσε πολύ για τον προπάππο, ο Ανρί έμοιαζε για τη Σοφί ως μια αινιγματική μορφή. Ξένοι άνθρωποι τη ρωτούσαν αν έχει σχέση με τον Ματίς, έβλεπε το επίθετό της στις λεζάντες κάποιων έργων σε μουσεία και υπέθετε ότι κάποια σημαντική προσωπικότητα υπήρχε στο οικογενειακό δένδρο, όμως κάθε φορά που ρωτούσε τον πατέρα της ένιωθε ότι η κλήση της προωθείται.

Οι αποκαλύψεις άρχισαν όταν η γιαγιά Τίνι αποφάσισε να της μιλήσει. «Μου έλεγε πόσο υπέροχος άνθρωπος ήταν και πως όταν είχε κάποιο πρόβλημα με τον σύζυγό της, τον Πιερ, το συζητούσε μαζί του» λέει η Σοφί. «Οταν πάλι κάποιες φορές κατάφερνα τον πατέρα μου να μου πει κάτι, τον περιέγραφε ως τέρας».

ΑΝΤΙΓΡΑΦΕΣ ΕΡΓΩΝ. Ο δισταγμός της οικογένειας να μιλήσει για τον Ματίς έκανε τη Σοφί να αισθάνεται ότι είχε αποκλειστεί από ένα σημαντικό κομμάτι της ταυτότητάς της και εν μέρει ελλιπής. Οταν ήταν έφηβη και χρειαζόταν χαρτζιλίκι αντέγραφε σε μικρογραφίες έργα του Ματίς. «Αρεσαν σε όλους, διότι έμοιαζαν στα πρωτότυπα, αλλά προσωπικά τα έφτιαχνα νομίζω για να αποκτήσω μια σύνδεση με εκείνον που ένιωθα ότι δεν μου επιτρεπόταν να έχω». Ωστόσο δεν κακίζει την οικογένειά της που δεν της μίλησε νωρίτερα. «Διατηρήθηκε ένα είδος αθωότητας. Μου προκαλεί σύγχυση ωστόσο το να ξεκαθαρίσω τι σημαίνει αυτή η κληρονομιά για μένα και ακόμη δεν τα έχω καταφέρει» συνεχίζει και παραδέχεται ότι στο εργαστήριό της έχει μια φωτογραφία του προπάππου της όταν ήταν 60 ετών, στην οποία παρατηρεί τα δάχτυλά του και διαπιστώνει ότι είναι μακριά όπως και τα δικά της.