Ο παράξενος τύπος περί τα πενήντα που στέκεται για ώρα στη διασταύρωση των οδών Δωδώνης και Ρόδου στα Σεπόλια, έχει μια ιδιότυπη αποστολή. Αναζητά το σημείο όπου από το 1961 έως το 1977 λειτούργησε ο λαϊκός κινηματογράφος Αμόρε, αλλά δεν μπορεί να ταυτοποιήσει ακριβώς το μέρος. Τότε, ρωτά μια διερχόμενη κυρία που κρατά ψώνια, εκείνη τον οδηγεί στο σημείο και η ίδια ξεσπά σε λυγμούς. Ο ερευνητής δεν τη ρωτά περισσότερα, καταγράφει και φεύγει.

Η παραπάνω μικρή ιστορία είναι ένα μόνο στιγμιότυπο από τη δεκαετή εξονυχιστική έρευνα του φιλολόγου – συγγραφέα Δημήτρη Φύσσα για τα αθηναϊκά σινεμά που εξέβαλε σε ένα ηλεκτρονικό πόνημα 960 σελίδων, 3.500 υποσημειώσεων, 600 λημμάτων για 500 κινηματογράφους της Αθήνας. Και σήμερα, που το ταξίδι του βιβλίου συνεχίζεται, ο Φύσσας έχει ήδη δεχθεί εκατοντάδες e-mail που πολλές φορές είναι μονολεκτικά: «Ευχαριστώ».

Ιδιότυπη περίπτωση αθηναιογράφου ο ίδιος, μιλάει με χαρά για τα σινεμά της Αθήνας και την πόλη του. «Είμαι υπέρ της νέας Αθήνας. Οι μετανάστες είναι οι νέοι Αθηναίοι», σημειώνει στα «ΝΕΑ» και η πιάτσα ξέρει πως η στείρα νοσταλγία και η παρελθοντολαγνεία δεν έχουν θέση στις δικές του έρευνες και καταγραφές. Η πόλη εξάλλου αλλάζει –όπως και η γλώσσα -, το νέο κινούμενο πεδίο έχει πολύ «ψαχνό» για ψάξιμο και η ρετρό ματιά είναι προ πολλού παρωχημένη για εκείνον. Με επιρροές από τον Ηλία Πετρόπουλο, παθιασμένος Παναθηναϊκός, βέρος Πατησιώτης, πυρετικός παρατηρητής της πόλης, δεινός φιλόλογος με συμμετοχή σε λήμματα εγκυκλοπαιδειών, άλλαξε πολλά επαγγέλματα για να βιοποριστεί αλλά η αναμέτρησή του με τις λέξεις διέτρεχε πάντα την πορεία του.

Καθηγητής σε φροντιστήριο, υπάλληλος σε βιβλιοπωλείο, κειμενογράφος για θέματα πολιτικής επικοινωνίας, μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος, είδε να αλλάζει κάτι μέσα του όταν έπεσε στα χέρια του ο «Οδηγός της Αθήνας» του 1911, του Ιγγλέση. Το 1994, έγραψε το πρώτο του βιβλίο για την Αθήνα (με θέμα τα τσοντάδικα και τίτλο «Αυστηρώς ακατάλληλον») και ύστερα από καιρό εξέβαλε στο τωρινό του πόνημα για τα σινεμά.

Μια έρευνα, για την ακρίβεια, που έχει τον τίτλο «Τα σινεμά της Αθήνας 1896-2013. Ιστορίες του αστικού τοπίου», μια ογκώδης μελέτη που κανένας εκδοτικός οίκος δεν βρέθηκε να την πάρει υπό τις φτερούγες του λόγω κόστους και έτσι εδώ και μερικές ημέρες «τρέχει» στο Ιντερνετ, δωρεάν για το κοινό (ανοιχτή σε όλους για ανάγνωση μάλιστα, αλλά κλειδωμένη για τον κίνδυνο αντιγραφής και κατατεθειμένη σε συμβολαιογράφο).

ΑΠΟ ΤΟ 1896. Εδώ, υπό τη μορφή λημμάτων, παρελαύνουν όλα τα σινεμά που λειτούργησαν στα όρια του δήμου της πρωτεύουσας, από την πρώτη καταγεγραμμένη προβολή, το 1896, μέχρι σήμερα. «Εγραψα ένα λεξικό. Η βάση μου είναι το λήμμα και το αστικό οικόπεδο. Επίσης, δεν προχώρησα σε γενικεύσεις ή συμπεράσματα, τα οποία αφήνω για τον αναγνώστη», δηλώνει στα «ΝΕΑ» ο Δημήτρης Φύσσας, ενώ το πιο συγκινητικό (τώρα που η καταγραφή των σινεμά ολοκληρώθηκε) είναι οι θάνατοι, εν τω μεταξύ, κάποιων από τους ανθρώπους –«κινηματογραφιτζήδες» τους αποκαλεί ο Φύσσας –που του έδωσαν πληροφορίες.

Ας καταδυθούμε όμως λίγο: σήμερα, στα όρια του Δήμου Αθηναίων λειτουργούν περί τους τριάντα κινηματογράφους. Τέσσερις εξ αυτών είναι τσοντάδικα (με ερωτικές ταινίες αποκλειστικά) ενώ ο παλιότερος χειμερινός που συνεχίζει να ανάβει τα φώτα του είναι το Παλλάς στο Παγκράτι και θερινός η Αίγλη.

Ο Φύσσας βέβαια κατέγραψε τα πάντα και άρα πολλούς (τους περισσότερους) που σήμερα πια δεν υπάρχουν. «Εκεί όπου ήταν οι περισσότεροι, σήμερα είναι σχολεία, πάρκινγκ, γυμναστήρια ή και κουφάρια. Κατέγραψα και κινηματογράφους που λειτούργησαν απλά για έναν χρόνο και ήταν πολύ δύσκολη η εύρεση πληροφοριών για αυτούς», σημειώνει ο συγγραφέας και μέσα από ορισμένα στόρι κινηματογράφων μοιάζει να περνάει και όλη η νεότερη ιστορία της πόλης.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΤΑΣΕΙΣ. Για παράδειγμα το Αλφαβίλ (1986-2008) που ήταν στο τέρμα της Ιπποκράτους, στη Νεάπολη Εξαρχείων, μοιάζει να «καβάλησε» όλα τα κύματα των τάσεων της νεοελληνικής κοινωνίας. Ξεκίνησε ως συνοικιακός κινηματογράφος με το όνομα Φλώρα (1967-1981), έγινε ερωτικό σινεμά με το όνομα Playboy (1981-1985), ξανάγινε για τέσσερις μήνες Φλώρα και σταθεροποιήθηκε ως bar-cinema τέχνης, επιχείρηση του Αντώνη Στεργιάκη. Οταν μάλιστα εδώ προβλήθηκε το 1995 ο «Ηνίοχος» του Αλέξη Δαμιανού, ο ίδιος ο σκηνοθέτης μοίραζε ένα επεξηγηματικό κείμενο για την ταινία του στους θεατές.

Αντίστοιχης υφής και ιστορίας ήταν ο κινηματογράφος Λίνα στους Αμπελοκήπους (σε υπόγειο πολυκατοικίας) που ξεκίνησε το 1972, έγινε σινέ τέχνης στη Μεταπολίτευση, έγινε τσοντάδικο μετά και έχει πολύ ενδιαφέρον η σεζόν 1974-1975 που από τα «Παράνομα ζευγάρια» και τους Τρινιτά το γύρισε στις ταινίες του Αγγελόπουλου και σε άλλα πολιτικά φιλμ που επέβαλλε το κλίμα της εποχής. Απέτυχε ολοκληρωτικά, επανέκαμψε με τσόντες και μοιάζει εντελώς σουρεαλιστική η λεπτομέρεια πως σε κάποια μεταπολιτευτική χρονιά, την ίδια ημέρα που το τοπικό ΚΚΕ των Αμπελοκήπων οργάνωσε εκδήλωση με θέμα «Το δημοκρατικό Σύνταγμα», έπαιζε ταυτόχρονα την ταινία «Στα 16 γνώρισα τον έρωτα»…