Εως το 1986 ήταν ένας σωρός ερειπίων πάνω από τον οποίο περνούσε αγροτικός δρόμος. Τότε το Συμβούλιο της Αρχαιολογικής Εταιρείας ανέθεσε την ανασκαφή της Αρχαίας Μεσσήνης στον Πέτρο Θέμελη. Η προσπάθεια χρηματοδοτήθηκε από το Β’ και Γ’ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, με την αποκατάσταση του θεάτρου ειδικά να τυγχάνει μιας γενναίας ενίσχυσης από το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, ύψους 1,2 εκατομμυρίων ευρώ συνολικά. Και μια ημέρα αναδύθηκε στο φως μια ολόκληρη πολιτεία: οικοδομημένη από τον θηβαίο στρατηγό Επαμεινώνδα, καταγεγραμμένη από τον Παυσανία, με τα δημόσια και ιερά κτίριά της, την οχύρωση, το στάδιο, το Μαυσωλείο των Σαιθιδών, τις κατοικίες, τα αγάλματα και εκείνο το περίφημο θέατρό της.

Το τελευταίο «είναι μέλος ενός συνόλου, συμπληρώνει την ανάδειξη των δημόσιων κτιρίων μιας κανονικής πολιτείας», λέει ο Σταύρος Μπένος, τέως υπουργός Πολιτισμού, δήμαρχος Καλαμάτας και νυν πρόεδρος ενός σωματείου με το όνομα Διάζωμα, με στόχο την ανάδειξη αρχαίων θεάτρων και συμβολή στο όλο εγχείρημα. «Δεν έχει ξανασυμβεί αυτό», διευκρινίζει. «Η Αρχαία Μεσσήνη είναι η καλύτερα σωζόμενη πόλη παγκοσμίως. Για τη σημασία του θεάτρου, αρκεί να πω ότι τα μνημεία αυτά ταυτίστηκαν με την πολιτική και πολιτισμική έκρηξη της χώρας, του κόσμου ολάκερου. Δεν υποδέχτηκαν μόνο το θεατρικό φαινόμενο. Ηταν χώροι διαβούλευσης, αποθέωσης της δημοκρατίας, χώροι απονομής δικαιοσύνης, συνάθροισης. Ηταν κυρίως οι πρώτοι χώροι όπου οι άνθρωποι εκτέθηκαν στο πλήθος με τις απόψεις τους».

Αυτό που θα παρουσιαστεί μεθαύριο Σάββατο 3 Αυγούστου, στα εγκαίνια του αρχαίου θεάτρου, είναι ένα γκαλά ιταλικής όπερας με τη συμμετοχή του καλαματιανού βαρύτονου Δημήτρη Πλατανιά, της υψιφώνου Τσέλλιας Κοστέα και με τη συνοδεία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, υπό τη μουσική διεύθυνση του Βασίλη Χριστόπουλου. Για την υλοποίηση της εκδήλωσης του Ελληνικού Φεστιβάλ, που έχει ήδη ξεπουλήσει τα εισιτήριά της, συνεργάστηκαν εκτός από το Διάζωμα και η Περιφέρεια Πελοποννήσου, ο Δήμος Μεσσήνης, η ΛΗ’ Εφορεία Αρχαιοτήτων και η Εταιρεία Μεσσηνιακών Αρχαιολογικών Σπουδών. Οι θεατές θα ακούσουν άριες και αποσπάσματα από τους «Παλιάτσους» του Λεονκαβάλο, τη «Λα Τραβιάτα», τον «Οθέλλο» και τον «Σικελικό Εσπερινό» του Βέρντι, τη «Μανόν Λεσκό» και την «Τόσκα» του Πουτσίνι, τον «Αντρέα Σενιέ» του Τζορντάνο, αλλά και το περίφημο ντουέτο «Udiste? Come albeggi» από τον «Τροβατόρε», του Βέρντι και αυτός.

Πρώτα όμως θα βολευτούν σε μια από τις δέκα σειρές αυθεντικών καθισμάτων που έχουν διαμορφωθεί, ικανές να φιλοξενήσουν περίπου 1.500 ανθρώπους. Για τη βραδιά των θυρανοιξίων, θα ενισχυθούν και με ξύλινες καρέκλες τα χωμάτινα διαζώματα, ανεβάζοντας τη χωρητικότητα κατά 200 άτομα. Το δυναμικό του θεάτρου θα ήταν μεγαλύτερο, αν οι επεμβάσεις του χρόνου ή των μεταγενέστερων δεν ήταν αμείλικτες: οι πρώτοι χριστιανοί χρησιμοποίησαν τα αγάλματα για παραγωγή ασβέστη, αποσυναρμολόγησαν τα αρχαία κτίρια με σκοπό το κτίσιμο εκκλησιών, πήραν τα σκαλιά του θεάτρου ή τις πλάκες, χωρίς ωστόσο να κάνουν το ίδιο με τα ευμεγέθη κομμάτια. Γύρω στα 2.000 εδώλια βρέθηκαν από τον Πέτρο Θέμελη και την ομάδα του, μελετήθηκαν εξονυχιστικά και επέστρεψαν στη θέση τους. Στόχος των εργασιών που θα ακολουθήσουν είναι να δημιουργηθούν 15 σειρές καθισμάτων στο θέατρο για 2.500 θεατές.

Οπως και να ‘χει, τα εγκαίνια του καλλιτεχνικού κέντρου τής καλύτερα διατηρημένης πόλης παγκοσμίως ακούγονται ως γεγονός παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Οι επισκέπτες πλέον θα περιηγούνται κάθε γωνιά ενός κόσμου που άλλοτε έσφυζε από ζωή – αυτή είναι και η φιλοδοξία των ανθρώπων που τον ανέδειξαν. «Ονειρευόμαστε να φέρουμε τα μνημεία σε επαφή με τους πολίτες του κόσμου, να τα κοινωνικοποιήσουμε», λέει ο Σταύρος Μπένος, «αλλά και να ενταχθούν με τρόπο ρωμαλέο και ποιοτικό στη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας».