σκληρότητα του δυτικού τρόπου σκέψης, του κυρίαρχου άνδρα, είναι τα στοιχεία που διαπερνούν την ιστορία της διάσημης Μαντάμα Μπατερφλάι σύμφωνα με τον Ούγκο ντε Ανα. Ο διάσημος όμως αργεντίνος σκηνοθέτης επιλέγει να τονίσει και μία ακόμη σκληρή διάσταση του έργου, την παιδοφιλία. «Η Μπατερφλάι ήταν μόλις 15 ετών»…

Εναν χρόνο μετά την αναμέτρησή του με την «Τόσκα», ο Ούγκο ντε Ανα έρχεται ξανά στην Αθήνα για να ανεβάσει ακόμη ένα έργο του Πουτσίνι. Η «Μαντάμα Μπατερφλάι» που θα παρουσιαστεί στο Ηρώδειο την ερχόμενη εβδομάδα φέρει την υπογραφή του στη σκηνοθεσία, στα σκηνικά και στα κοστούμια της παράστασης. Το όνομά του έχει συνδεθεί όχι μόνο με τα εντυπωσιακά σκηνικά του αλλά και με την εξαιρετική χρήση των φωτισμών και των βίντεο.

Τον συναντήσαμε στον χώρο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής όπου πραγματοποιούνται οι πρόβες. Και είδαμε μια εικόνα που επιβεβαιώνει τη φήμη του απαιτητικού και αυστηρού σκηνοθέτη που αναλύει και ερευνά την κάθε λεπτομέρεια. Επειτα από πολύωρη πρόβα, μας μίλησε πρόθυμα για τον τρόπο με τον οποίο θα προσεγγίσει την όπερα του συνθέτη που ο ίδιος αγαπά περισσότερο. Και υπερασπίστηκε τις πολλαπλές του ιδιότητες, λέγοντας ότι σε όλες βρίσκει στοιχεία που τον συναρπάζουν.

«Σκηνοθεσία, σκηνικά και φωτισμοί είναι στοιχεία άμεσα συνδεδεμένα. Οποιος δουλεύει πάνω σε αυτή την όπερα πρέπει να τα δει συνολικά, γιατί το ίδιο το έργο αυτό απαιτεί. Η μουσική ενώνεται με τη δραματική πράξη. Και πρέπει να φέρουμε στην επιφάνεια το συναίσθημα με τον τρόπο που το είχε συλλάβει και δημιουργήσει ο Πουτσίνι», εξηγεί ο Ούγκο ντε Ανα. Οχι ότι είναι πάντα εύκολο, λέει. Ακόμη περισσότερο στις σημερινές συνθήκες κρίσης που οι χρηματοδοτήσεις είναι όλο και πιο δύσκολες και οι καλλιτέχνες βιώνουν προσωπικά προβλήματα που τους αποσπούν από την αποστολή τους. «Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να δουλέψουμε σε αυτούς τους καιρούς που ζούμε, με τα οικονομικά προβλήματα να κυριαρχούν. Πάντα όμως θέλουμε και δίνουμε το μάξιμουμ», λέει.

Η «γιαπωνέζικη τραγωδία» είναι γνωστή για τις υπέροχες άριες, τη σπουδαία μουσική του Πουτσίνι και τη δραματικότητα της ιστορίας που συγκινεί το κοινό διαχρονικά. Η όπερα πραγματεύεται τον μοιραίο έρωτα της δεκαπεντάχρονης γκέισας Τσο – Τσο – Σαν για έναν αμερικανό υποπλοίαρχο του Πολεμικού Ναυτικού. Η ιστορία θα ξεδιπλωθεί στη σκηνή του Ρωμαϊκού Ωδείου με φόντο τα εντυπωσιακά σκηνικά και με τα αυθεντικά παραδοσιακά γιαπωνέζικα κοστούμια –για να φορεθούν απαιτούν αρκετό χρόνο.

ΜΟΝΤΕΡΝΟ ΒΛΕΜΜΑ. Ο αργεντινός σκηνοθέτης γεφυρώνει τον κόσμο του χθες και του σήμερα, τονίζοντας ταυτόχρονα τις δύο διαφορετικές κουλτούρες και τις αξίες τους. «Πάντα δίνω στην όπερα μοντέρνα στοιχεία. Σέβομαι τη μουσική, αυτό που ζητάει ο συνθέτης και αυτό που θέλει να πει. Παρ’ όλα αυτά, βλέπω την όπερα με μοντέρνο βλέμμα. Αυτό δεν σημαίνει ότι γυρίζουμε την πλάτη στον θεατή, ούτε ότι του στερούμε την ουσία της ιστορίας. Η «Μαντάμα Μπατερφλάι» παραμένει μια όπερα του 1900, είναι όμως δοσμένη με πολύ σύγχρονα στοιχεία».

Για τον Ούγκο ντε Ανα η διάσημη όπερα του Πουτσίνι αναδεικνύει πλήθος καταστάσεων τόσο της δυτικής καθημερινότητας όσο και της κοινής ασιατικής κουλτούρας. Σε αυτό το σημείο τονίζει τις λέξεις με έναν ιδιαίτερο τρόπο: «Θα χρησιμοποιήσω μια βαριά λέξη αλλά είναι η αλήθεια. Στο έργο ερχόμαστε αντιμέτωποι με την παιδοφιλία. Η Μπατερφλάι είναι μόνο δεκαπέντε ετών και πωλείται ως σεξουαλική σκλάβα σε έναν Αμερικανό. Αυτό πρέπει να το εξηγήσουμε. Οτι πρόκειται δηλαδή για μια αγοραπωλησία, όπως γίνεται σήμερα σε πάρα πολλές χώρες της Ασίας. Αυτή είναι η κατάσταση για την οποία μιλάει η Μπατερφλάι και είναι πολύ σκληρή. Δυστυχώς από τότε που γράφτηκε το έργο, το 1900, το πρόβλημα δεν έχει αλλάξει. Υπάρχει πάντα».

ωραιοποίηση. Ο σκηνοθέτης της παράστασης υποστηρίζει ότι ο Πουτσίνι αυτό το στοιχείο δεν το τονίζει. Και εξηγεί: «Η μουσική είναι πολύ όμορφη, όμως τα λόγια είναι αυτά που μας βοηθούν να καταλάβουμε ότι εδώ υπάρχει μια δραματική κατάσταση που είναι ταυτόχρονα και αισχρή. Από αυτή την άποψη θα πρέπει να σκεφτούμε ότι ο Πουτσίνι δίνει μια ωραιοποιημένη εικόνα των ηρωίδων, θεωρώντας τες κατά βάση τυχερές». Είναι όμως έτσι; Η 15χρονη ηρωίδα ωριμάζει με πολύ βίαιο τρόπο, καθώς ξαφνικά πρέπει να καταλάβει ότι η ζωή για εκείνη αλλάζει.

«Ξεκινώντας η δεύτερη πράξη», λέει ο Ούγκο ντε Ανα, «περιγράφεται ο τρόπος, η συμπεριφορά, η σκληρότητα μιας γυναίκας που είναι αποφασισμένη να πάρει δύσκολες αποφάσεις για την ελευθερία της». Στο έργο συνυπάρχουν τα ιαπωνικά και τα αμερικανικά στοιχεία. Είναι μια όπερα πολύ πλούσια σε καταστάσεις, οι οποίες περιγράφονται τόσο από την πλευρά της μουσικής όσο και από την πλευρά του λόγου. «Υπάρχουν και κάποιες λέξεις που λέγονται στα αμερικάνικα, για να φανεί η παρουσία Ανατολής και Δύσης στο έργο. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Πίτερτον λέει πως θέλει να την παντρευτεί και ότι η μικρή δεν καταλαβαίνει τη δική του νοοτροπία. Είναι ένας άξεστος τεξανός ναύτης. Είναι πολύ εύκολο γι’ αυτόν να πάει με μια γυναίκα στο κρεβάτι. Στο δικό του μυαλό, στη δική του κουλτούρα, αυτή είναι μια πόρνη, στη δική της όμως κουλτούρα δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Εδώ φαίνεται η διαφορά των πολιτισμικών στοιχείων».

Στη νέα παραγωγή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής τον ρόλο της Μπατερφλάι ερμηνεύει η Ιταλίδα Μαρία Λουίτζια Μπόρσι και στη δεύτερη διανομή η Τσέλια Κωστέα. Στον ρόλο του αμερικανού αξιωματικού Πίνκερτον εναλλάσονται οι Βάλτερ Φρακάρο και Λουτσάνο Γκάντι. Σουζούκι η Ολέσα Πέτροβα και στον ρόλο του Σάρπλες ο Δημήτρης Πλατανιάς και ο Διονύσης Σούρμπης. Μουσική διεύθυνση: Μύρων Μιχαηλίδης. Σκηνοθεσία – σκηνικά – κοστούμια: Ούγκο ντε Ανα. Φωτισμοί: Βινίτσιο Κέλι. Σχεδιασμός προβολών: Σέρτζιο Μετάλι – Ideogamma. Κινησιολογία: Λέντα Λογιοντίτσε. Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος.