Βούτηξε, όπως κάθε μέρα, για να βγάλει από τον βυθό το ψωμί του –για να μαζέψει σφουγγάρια. Δεν φανταζόταν όμως ο τούρκος σφουγγαράς Μεχμέτ Τσακίρ, εκείνο το καλοκαιρινό πρωινό του 1982, ότι η συγκεκριμένη βουτιά του έμελλε να εντοπίσει το αρχαιότερο ποντοπόρο πλοίο που έχει έρθει στο φως ώς σήμερα.

Χρειάστηκαν 22.143 βουτιές μέσα σε δέκα χρόνια (1984-1994) για να έρθει στο φως ένα από τα πλουσιότερα και διασημότερα ναυάγια της Υστερης Εποχής του Χαλκού που έχουν εντοπιστεί στη Μεσόγειο, σε απόσταση μόλις 10 χλμ. από την ακτή του Ουλουμπουρούν (Μεγάλο Ακρωτήριο) –στην περιοχή της Αττάλειας, στα νοτιοδυτικά παράλια της Τουρκίας –και σε βάθος που έφτανε τα 50 μ. Γι’ αυτό θα μιλήσει ο ανασκαφέας του, αναπληρωτής καθηγητής Ενάλιας Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Τέξας και διευθυντής ερευνών του Ινστιτούτου Ενάλιας Αρχαιολογίας Κεμάλ Πουλάκ στο Μουσείο Ακρόπολης, καλεσμένος των εκδόσεων Μέλισσα στο πλαίσιο των διαλέξεων που διοργανώνουν στη μνήμη του ιδρυτή τους Γιώργου Ραγιά. Εκδήλωση που θα προλογίσει ο ανασκαφέας του Ακρωτηρίου της Θήρας Χρίστος Ντούμας.
Τι έκρυβε λοιπόν το 16 μ. σκαρί που δεν είχε σε τίποτα να ζηλέψει σε επίπεδο ναυπηγικής από τα πλοία των Ελλήνων και των Ρωμαίων, τα οποία στους επόμενους αιώνες όργωναν τη Μεσόγειο; Τον μεγαλύτερο αριθμό αντικειμένων που έχουν βρεθεί ώς τώρα συγκεντρωμένα σε ένα σημείο, ήτοι 10 τόνους χαλκού, έναν τόνο κασσίτερου, κοσμήματα από χρυσό και ελεφαντόδοντο, 175 γυάλινες ράβδους –οι αρχαιότερες ακέραιες ποσότητες γυαλιού που έχουν βρεθεί και σε αποχρώσεις του τιρκουάζ και του μοβ της λεβάντας -, χαυλιόδοντες από ελέφαντες και δόντια ιπποπόταμων, αυγά στρουθοκαμήλου, σάλπιγγες, όπλα, σταθμά μέτρησης, αγγεία από την Κύπρο αλλά και τη Χαναάν, τεράστια ποικιλία από λιχουδιές: από ελιές και αμύγδαλα έως ρόδια, κύμινο και κόλιαντρο. Και βεβαίως το χάλκινο, επιχρυσωμένο ειδώλιο μιας θεάς που προστάτευε το πλοίο.
Από τα διάφορα ευρήματα ο νεαρός –τότε –Κεμάλ Πουλάκ ανέσυρε στην επιφάνεια κάποια κομμάτια ξύλου και ελεφαντόδοντου. Οταν αργότερα συναρμολογήθηκαν, αποδείχθηκε πως ήταν το αρχαιότερο δείγμα βιβλίου: πάνω στις δύο ξύλινες επιφάνειες που αποτελούσαν ένα δίπτυχο, το οποίο συνδεόταν με ελεφαντόδοντο, απλωνόταν κερί και πάνω του χαράσσονταν κείμενα με γραφίδα.
Ολα τα αντικείμενα συνδέονται με τουλάχιστον εννέα πολιτισμούς της εποχής, οι οποίοι είχαν αναπτυχθεί από την Ευρώπη έως την Αφρική και από τη Σικελία έως τη Μεσοποταμία.
Φτιαγμένο από άριστης ποιότητας ξύλο δρυός και κέδρου που συναντάμε στα βουνά του Λιβάνου, της Νότιας Τουρκίας και της Κεντρικής Κύπρου, το πλοίο διέθετε 24 λίθινες άγκυρες και σύμφωνα με τους επιστήμονες εκτιμάται πως απέπλευσε από κάποιο λιμάνι είτε της Κύπρου είτε της Συροπαλαιστίνης. Ο προορισμός του μπορεί να μην είναι γνωστός, όμως η ποικιλία του φορτίου δείχνει πως δεν αποκλείεται να ήταν η Ρόδος, που αποτελούσε βασικό σταθμό διαμετακομιστικού εμπορίου της εποχής.
Οταν μιλάμε για εποχή όμως, για πότε ακριβώς μιλάμε; Τα ίδια τα ευρήματα ήταν ήδη αρκετά για να αποκαλύψουν την ηλικία του εντυπωσιακού ναυαγίου, αλλά η επιβεβαίωση έγινε όταν οι επιστήμονες προχώρησαν σε δενδροχρονολόγηση και κατέληξαν στο συμπέρασμα πως πρέπει να κατασκευάστηκε στα τέλη του 14ου αι. π.Χ. και να ναυάγησε περί το 1305 π.Χ.

Ποιοι επέβαιναν στο πλοίο που ναυάγησε στο Ουλουμπουρούν; Μπορεί ο αριθμός και η ταυτότητά τους να μην έχουν γίνει γνωστά, όμως οι επιστήμονες θεωρούν βέβαιο πως το πλήρωμα –κρίνοντας από τα όπλα και τα εργαλεία –ήταν Κύπριοι ή Χαναναίοι. Ανάμεσά τους όμως πρέπει να βρίσκονταν και τουλάχιστον δύο Μυκηναίοι. Οι σφραγίδες, τα ξίφη, οι χάνδρες από ήλεκτρο, όλα χαρακτηριστικά της μυκηναϊκής μόδας, είναι αδιάψευστοι μάρτυρες της παρουσίας Μυκηναίων στο πλοίο.