Επί σειρά ετών θεωρούνταν ότι το εν λόγω αγαλµατίδιο, που ανακαλύφθηκε στη Βραζιλία και εκτίθεται στο µουσείο Quai Branly στο Παρίσι, προερχόταν από µια φυλή Αµαζόνων. Μήπως ο µύθος ενέχει µια δόση αλήθειας;


Υπάρχει άραγε ανάµεσα στα 267.417 αντικείµενα που φιλοξενούνται στο µουσείο Quai Branly κάποιο που να εξάπτει περισσότερο τη φαντασία απ’ όσο το φυλαχτό µε το σπασµένο αυτί του Ερζέ; Τουλάχιστον η προέλευση αυτού του φυλαχτού είναι γνωστή. Αυτό το κοµµάτι σκαλισµένου ξύλου που εκλάπη από το εθνογραφικό µουσείο γιατί έκρυβε στο εσωτερικό του ένα διαµάντι και το οποίο κατάφερε να βρει, έπειτα από αµέτρητες περιπέτειες, ο Τεντέν, αποτελεί δηµιούργηµα των Αρουµπάγια.

Πραγµατικό µυστήριο όµως εξακολουθεί να αποτελεί το αγαλµατίδιο που, ελλείψει καλύτερης περιγραφής, ονοµάζεται «ειδώλιο του Αµαζονίου» και έχει ταξινοµηθεί µε τον αριθµό 71 1887 1601. «Αγαλµατίδιο ανθρώπινης µορφής καθισµένης στις φτέρνες.

Τα χέρια ακουµπάνε σφιχτά το στήθος, τα χαρακτηριστικά του προσώπου είναι ελάχιστα ορατά, τα αυτιά ορίζονται από δύο κοιλώµατα, φουσκωµένο στήθος, πολύ λεπτά πόδια, δυσανάλογα µε το υπόλοιπο σώµα, γυρισµένα προς τα µέσα, µε τέσσερα δάκτυλα. Τα γεννητικά όργανα προβάλλουν έντονα. ∆ιαστάσεις: ύψος 135 εκ., µέγιστο πλάτος 20 εκ.». Λακωνική είναι η επιστηµονική περιγραφή. Η σηµείωση του Μουσείου Πρωτόγονων Τεχνών, Τµήµα Αµερικανικής Ηπείρου, αναφέρει επίσης, σχετικά µε το «µοναδικό αυτό κοµµάτι», ότι δεν έχει χρονολογηθεί διότι είναι φτιαγµένο εξ ολοκλήρου από «ασβεστολιθικό ψαµµίτη».

Για πρώτηφορά εµφανίζεται στα αρχεία το 1859, στον πέµπτο τόµο της αφήγησης µιας αποστολής που πραγµατοποίησε ο Φρανσουά ντε Λα Πορτ (1810-1880). Αυτός ο απόγονος των κοµήτων του Καστελνό, µιας παλιάς οικογένειας που είχε µεταναστεύσει κατά τη Γαλλική Επανάσταση, είχε ταξιδέψει στη Βόρεια Αµερική όπου είχε δηµιουργήσει δεσµούς µε σηµαντικά µέλη του Συµβουλίου της Επικρατείας. Χάρη στις διασυνδέσεις του, κατάφερε το 1843 να λάβει κρατική χρηµατοδότηση ύψους 53.500 φράγκων (δηλαδή περίπου 200.000 ευρώ) για να ταξιδέψει στη Νότια Αµερική. Πέρα από τον βασικό στόχο της αποστολής που ήταν η συλλογή αντικειµένων για τα µεγαλύτερα γαλλικά µουσεία, ένας επιµέρους στόχος ήταν να «διασχίσουν τη χώρα των Αµαζόνων και του Ελντοράντο».

Το ταξίδι διήρκεσε πέντε χρόνια και ο απολογισµός του έκανε τόσο µεγάλη αίσθηση ώστε ο Καστελνό έγινε πρόξενος της Γαλλίας. Οταν επέστρεψε στην πατρίδα του, έφερε µαζί του κιβώτια που ξεχείλιζαν από δείγµατα της χλωρίδας και της πανίδας των περιοχών που επισκέφτηκε. Επίσης, µέσα στα κιβώτια υπήρχαν πολλά αντικείµενα των Ινκας ή άλλων προκολοµβιανών πολιτισµών. Τα σπουδαιότερα από τα αντικείµενα ήταν δέκα κρυστάλλινα κρανία, που σήµερα έχει αποδειχτεί ότι είναι πλαστά, ωστόσο τότε αποτελούσαν απόδειξη ότι οι αρχαίοι Μάγια ήταν οι µυθικοί Ιτζα που προέρχονταν από την Ατλαντίδα. Τέλος, µέσα στα κιβώτια βρισκόταν και αυτό το µυστηριώδες «αγαλµατίδιο που απεικόνιζε έναν πίθηκο» και το οποίο δεν ήταν δυνατό να αποδοθεί σε καµία γνωστή φυλή. Σύµφωνα µε τον Καστελνό αποτελούσε την ένδειξη ύπαρξης εκείνης της φυλής πολεµιστριών των Αµαζόνων που είχαν εξυµνήσει οι αρχαίοι Ελληνες. Αυτό υποστήριξε ευθέως στην εφηµερίδα «L’Illustration» και έπεισε το Μουσείο του Λούβρου να εκθέσει το αγαλµατίδιο µαζί µε τα υπόλοιπα αντικείµενα που είχε φέρει. Ο Καστελνό δήλωσε ότι είχε βρει το ειδώλιο στην περιοχή Μπάρα στις εκβολές του ποταµού Νέγρο (σήµερα Μανάους) το οποίο σύµφωνα µε την «τοπική παράδοση» αποτελούσε έργο του µυθικού αυτού πολιτισµού που είχε γίνει αντικείµενο εντατικής έρευνας από τον 16ο αιώνα. «Μοιάζει να κρύβει τα στήθη της και έχει το σύµβολο του ανδρικού φύλου» τονίζει.

Πιθανόν ο Καστελνό να προέβη απλώς σε εικασίες έχοντας διαβάσει την αφήγηση του Γάσπαρ ντε Καρµπάχαλ (1504-1584), του ∆οµινικανού που έλεγε ότι αν κάποιος ανέβει τον ποταµό Νέγρο θα βρει αυτές τις «ψηλές, λευκές γυναίκες µε τα µακριά µαλλιά» που ζούσαν γυµνές, οπλισµένες µε τόξα και βέλη και κυριαρχούσαν σε µια µεγάλη περιοχή όπου είχαν επιβληθεί σε µια φυλή Ινδιάνων. Ο Ντε Καρµπάχαλ, διατεινόταν επίσης ότι στην κοινότητά τους δεν παντρευόταν κανείς, οι αιχµάλωτοι από τα γειτονικά χωριά χρησιµοποιούνταν για τη διαιώνιση της φυλής και στη συνέχεια εκτελούνταν.

Επιπλέον είναι σχεδόν σίγουρο ότι οκόµης είχεδιαβάσει τα αποµνηµονεύµατα του Λα Κονταµίν (1701-1774) που είχαν εκδοθεί από την Ακαδηµία των Επιστηµών. Ο Λα Κονταµίν δεν ήταν άλλος από τον ήρωα µιας εννεαετούς αποστολής στη Λατινική Αµερική, ο οποίος επίσης υποστήριζε την ύπαρξη µιας γυναικείας κοινότητας στην περιοχή του ποταµού Νέγρο.

Κατά τον 19ο αιώνα, παρά την επικράτηση του Ορθολογισµού, ο µύθος των Αµαζόνων εξακολουθούσε να είναι πιστευτός. Αυτή η πίστη αποτελούσε µια επιπλέον δικαιολογία για τον επεκτατισµό της Γηραιάς Ηπείρου. «Η παράδοση των Αµαζόνων δέχθηκε τόσο δριµείες επιθέσεις κατά τη διάρκεια του προηγούµενου αιώνα που σήµερα µετά βίας τολµά κανείς να υποστηρίξει ότι είναι αληθινή» δήλωνε ο Καστελνό. Οσο για το αγαλµατίδιο, του το

Το ειδώλιο, σύµφωνα µε την παράδοση των φυλών στις εκβολές του ποταµού Νέγρο όπου βρέθηκε, αποτελούσε έργο του µυθικού πολιτισµού των Αµαζόνων

χάρισαν. Το βρήκε στην «αυλή του σπιτιού» ενός εµπόρου στο Μπάρα και λόγω του έντονου ενδιαφέροντος που έδειξε, εκείνος του το χάρισε.

Μερικά χρόνια αργότερα, ο Πολ Μαρκόι, ένας άλλος ταξιδευτής, επισκέφτηκε αυτή την περιοχή και βρήκε περισσότερες πληροφορίες. Το 1867 έγραψε: «Αυτό το ειδώλιο που τα παιδιά της πόλης περιέγραφαν όλο και πιο χοντροκοµµένο και αγνώριστο είχε ανακαλυφθεί κατά τον 17ο αιώνα στασύνορα της Νέας Γρανάδας,στην πλευρά της Βραζιλίας, κοντά στις πηγές του ποταµού Ουαπές, από περιπλανώµενους πορτογάλους καρµελίτες µοναχούς. Εντυπωσιασµένοι από το παράξενο αυτό παγανιστικό έργο, το συνέλεξαν και το µετέφεραν µέσω του ποταµού µέχρι την αποστολή τους στη Νόσα Σινιόρα ντας Κάλντας, στον ποταµό Νέγρο, όπου το τοποθέτησαν στο έδαφος µπροστά στην Αγία Τράπεζα σαν σκαλί. Πάνω από µισό αιώνα µετά την εξαφάνιση της αποστολής των καρµελιτών, ένας Βραζιλιάνος που έψαχνε για σαλσαπαρίλλη βρήκε και πάλι το αγαλµατίδιο, µισοθαµµένο στο έδαφος, και το χρησιµοποίησε ως έρµα για το πλοιάριό του. Αφού ταρακουνήθηκε για πολλά χρόνια στο κύτος του πλοιαρίου στον ποταµό Νέγρο και τους παραποτάµους του, το ειδώλιο κατέληξε τελικά στην Μπάρα όπου και παρέµεινε».

Μπορεί στη Γαλλία το αγαλµατίδιο να προκαλεί µεγάλο ενθουσιασµό, στη Βραζιλία όµως οι ειδικοίέχουν αντιρρήσεις.

Ο ΑντόνιοΜπαένα, από το Εθνικό Ινστιτούτο Ιστορίας και Γεωγραφίας (ΕΙΙΓ), απορρίπτει τα συµπεράσµατα του Καστελνό και του Μαρκόι, πιστεύει ότι πρόκειται για κίβδηλο έργο και ότι η Γαλλία δεν θα έπρεπε να παρασύρεται από τους επιστήµονές της. ∆ηλώνει ότι έχει βρει το όνοµα του τεχνίτη, κάποιου Ζασίντο Αλµέιντα, που έζησε στα τέλη του 18ου αιώνα και συµπλήρωνε το εισόδηµά του πουλώντας τα αριστουργήµατά του στους αφελείς. Οι ντόπιοι διανοούµενοι γελούν µε αυτή την ιστορίακαι πρώτος απ’ όλουςο συγγραφέας Μανουέλ ντε Αραούζο Πόρτο Αλέγρε (1806-1879), ιστορικός και µέλος του αρχαιολογικού τµήµατος του ΕΙΙΓ. Εγραψε ένα βιβλιαράκι µε τίτλο «Το αγαλµατίδιο του Αµαζονίου: µια κωµωδία αρχαιολογικού ενδιαφέροντος». Η επιτυχία του ήταν τόση που χρησιµοποιήθηκε και ως λιµπρέτο για όπερα. Στο έργο αυτό, η δράση διαδραµατίζεται στο Ρίο ντε Τζανέιρο, οι ευρωπαίοι διανοούµενοι περιγράφονται ως τρελοί, προκατειληµµένοι µε παράλογες ιδέες, που δεν έχουν καµία γνώση της βραζιλιάνικης πραγµατικότητας. Ο πρωταγωνιστής, ονόµατι Ερλ Σαρκοφαγίν, ο οποίος µοιάζει πολύ µε τον Καστελνό, µεγαληγορεί για την προέλευση του πολιτισµού της περιοχής του Αµαζονίου, υποστηρίζοντας ότι συνδέεται µε τον πολιτισµό των Φοινίκων, της Καρθαγένης και των Αιγυπτίων. Στην τελευταία πράξη, όλα τα πρόσωπο της ιστορίας λαµβάνουν ένα αντίτυπο του φυλλαδίου του ΕΙΙΓ και µαθαίνουν ότι το αγαλµατίδιο είναι πλαστό. Ετσι τελειώνει η παρωδία,όχι όµως και η ιστορία. Σήµερα, η αµφιβολία έρχεται και πάλι στο προσκήνιο, έπειτα από νέα ευρήµατα των αρχαιολογικών ερευνών που έρχονται και πάλι να ταράξουν την ισορροπία. «Το γεγονός ότι δεν συνδέεται µε τις Αµαζόνες της Αρχαίας Ελλάδας δεν σηµαίνει πως το αγαλµατίδιο δεν είναι αυθεντικό» λεει ο Ιβ Λε Φιρ, διευθυντής των συλλογών του Μουσείου Quai Branly και υπεύθυνος του τµήµατος της αµερικανικής ηπείρου. Βεβαίως, δεν υπάρχει κανένα λατοµείο ψαµµίτη κοντά στις πηγές του Ούπες, ωστόσο έχουν βρεθεί διάσπαρτες στο δάσος του Αµαζονίου διάφορες άλλες πέτρες λαξευµένες µε παρόµοιο τρόπο, οι οποίες απεικονίζουν µορφές ανθρώπων και ζώων. Πρόκειται για µόλις πενήντα ευρήµατα συνολικά, τα οποία ανήκουν σε έναν πολιτισµό που ήκµασε στην περιοχή του Σαταρέµ, πριν από την επέλαση των Πορτογάλων και για τον οποίο δεν γνωρίζουµε τίποτα. Πρόκειται άραγε για µία κοινωνία που απαρτιζόταν αποκλειστικά από γυναίκες; Μάλλον απίθανο. Σύµφωνα µε δηµογραφικές έρευνες καταλήγει κανείς στο συµπέρασµα ότι ο ρυθµός των γεννήσεων εκείνης της εποχής δεν επαρκούσε για την επιβίωση µιας οµάδας που δεν θα αποτελούνταν από ίσο αριθµό ανδρών και γυναικών. Ωστόσο, κατά τον 20ό αιώνα, αµερικανοί ερευνητές που εργάζονταν στο Μάτο Γκρόσο, πολύ πιο νότια, ανακάλυψαν δεκάδες προϊστορικές ζωγραφιές που έβριθαν από ανεστραµµένα τρίγωνα τα οποία τέµνονταν από κάθετες γραµµές. ∆εν µπορούσαν παρά να αναγνωρίσουν το παραδοσιακό σύµβολο της γυναίκας και της γονιµότητας. Στην ίδια περιοχή, οι Ινδιάνοι Βασούσου τους διηγήθηκαν ιστορίες για τις ατρόµητες πολεµίστριες που θεωρούσαν προγόνους τους. Τον Ιανουάριο του 1979, το πολύ σοβαρό περιοδικό «National Geographic» δηµοσίευσε ένα άρθρο αναφορικά µε το ζήτηµα. ∆εν έχουν πάψει, λοιπόν, να γίνονται υποθέσεις όσον αφορά την ύπαρξη των Αµαζόνων των Τροπικών. Οι πρώτες υποψίες δηµιουργήθηκαν όταν το 1541 ο Φρανθίσκο ντε Ορεγιάνα δέχθηκε επίθεση από Ινδιάνες και είχε την ιδέα να δώσει στον πιο µεγάλο και µακρύ ποταµό του κόσµου το όνοµα που φέρει σήµερα. Πρόσφατα, ο ανθρωπολόγος Λουίζ Μοτ ισχυρίστηκε ότι οι γυναίκες που είχε δει ο Ορεγιάν δεν µπορούσε να είναι άλλες από τις γυναίκες της φυλής Τουπινάµπα, στην οποία ήταν κοινωνικώς αποδεκτό εκτός από τους άντρες να πολεµούν και οι γυναίκες.

Μπορεί στη Γαλλία το αγαλµατίδιο να προκαλεί µεγάλο ενθουσιασµό, στη Βραζιλία όµως οι ειδικοί έχουν αντιρρήσεις και πιστεύουν ότι πρόκειται για κίβδηλο έργο