Ο Απόστολος Γεωργιάδης είναι ένας από τους γνωστότερους καθηγητές Αστικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Δραστήριος νομικός, με δρώσα συνείδηση, ως ομότιμος πλέον και τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, συνεχίζει να είναι δρων πολίτης, χωρίς να απεμπολεί την ιδιότητα του πανεπιστημιακού δασκάλου, που καθόρισε τη διαδρομή της ζωής του.

Με αυτή την ιδιότητα, επιστρέφει στον εκδοτικό χώρο, γράφοντας ένα ογκώδες εγχειρίδιο, που περιστρέφεται, όπως και τα προηγούμενα, γύρω από την επιστήμη του, ωστόσο με μια ειδοποιό διαφορά: αυτή τη φορά, γράφει ένα εγχειρίδιο που δεν απευθύνεται στους φοιτητές και σε νομικούς, αλλά σε όλους. Στο βιβλίο του «Τι είναι δίκαιο; Η νομική επιστήμη για όλους», που μόλις κυκλοφόρησε από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, ο Απόστολος Γεωργιάδης επιχειρεί να μιλήσει για τη λειτουργία του δικαίου και τους κανόνες του στους απλούς πολίτες, όσους χωρίς να είναι επαγγελματίες νομικοί επιθυμούν να γνωρίζουν τι σημαίνουν και πώς εφαρμόζονται οι κανόνες δικαίου σε διάφορους τομείς της καθημερινότητάς μας: στο εμπόριο, στις οικονομικές μας δοσοληψίες, στα κληρονομικά ζητήματά μας, στις σχέσεις μας με την εφορία και γενικότερα με το κράτος.

Εμπειρος νομικός, ο Απόστολος Γεωργιάδης μπορεί να φέρνει με απλά λόγια το απόσταγμα της εμπειρίας του κοντά μας. Εξίσου απλά και πειστικά, ωστόσο, μπορεί να μιλά για τη ζωή του, για ό,τι του έμαθαν η νομική επιστήμη και οι εμπειρίες του, αλλά και για τις πεποιθήσεις και τους φόβους ενός δημοκράτη διανοούμενου που ανησυχεί για τη χώρα του. Η συνάντηση με τη σκέψη του, στη συνομιλία μας που ακολουθεί, είναι η συνάντηση με έναν ώριμο πολίτη, που διδάσκει τις υποχρεώσεις μας απέναντι στο κοινωνικό σύνολο και, όταν χρειάζεται, χτυπά το καμπανάκι κινδύνου για τους δημοκρατικούς θεσμούς, η προστασία των οποίων επαφίεται, αν χρειαστεί, στον πατριωτισμό των Ελλήνων.

Γεννηθήκατε και τελειώσατε το σχολείο στην Καλαμάτα. Τι σας άφησαν τα χρόνια της βασικής εκπαίδευσης;

Τα χρόνια της μαθητείας, στην ελληνική επαρχία, την εποχή εκείνη, αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την εμφύλια σύρραξη ήταν πολύ δύσκολα. Την έλλειψη δασκάλων και σχολικών κτιρίων αναπλήρωνε όμως ο πόθος για μάθηση και η ελπίδα ότι κάποτε θα ανοίξει ο δρόμος και θα ανατείλει ο ήλιος!

Η ακαδημαϊκή σας καριέρα αρχίζει από τη Γερμανία. Τι πήρατε από τη θητεία σας στην καρδιά της Ευρώπης ως νομικός επιστήμων και ως πολίτης;
Η μακρά θητεία μου στα πανεπιστήμια της Γερμανίας ήταν δύσκολη αλλά καρποφόρα και πλούσια σε γνώσεις και εμπειρίες. Οι ακαδημαϊκοί δάσκαλοί μου με δίδαξαν με το παράδειγμά τους την αξιοκρατία και την αριστεία. Με τον τρόπο ζωής τους με βοήθησαν να συνειδητοποιήσω πόσο ελκυστικό είναι το επάγγελμα του πανεπιστημιακού δασκάλου. Εκεί ακόμη διδάχθηκα ότι το να είσαι συνειδητός πολίτης είναι χρέος κάθε μορφωμένου ανθρώπου.

Πώς το δίκαιο επηρεάζει την καθημερινότητα των πολιτών; Γιατί χρειαζόμαστε τους νόμους;

Το δίκαιο αποτελεί ρύθμιση της κοινωνικής συμβίωσης, προϋποθέτει δηλαδή κοινότητα ή κοινωνία ανθρώπων. Ο μοναχός που ασκείται σε σπηλιά της ερήμου δεν χρειάζεται κανόνες δικαίου. Κατά την Παλαιά Διαθήκη, ο Θεός τότε μόνο έθεσε στους νεόπλαστους απαγορευτικούς κανόνες συμπεριφοράς, όταν δίπλα στον Αδάμ έπλασε την Εύα. Η συμβίωση όμως των ανθρώπων χρειάζεται απαραιτήτως κανόνες, γατί διαφορετικά σύντομα θα μετατραπεί σε ζούγκλα!

Γιατί επιλέξατε να υπηρετήσετε το αστικό δίκαιο;

Γιατί το αστικό δίκαιο είναι ο καθολικότερος δικαιικός κλάδος. Καταλαμβάνει τον άνθρωπο από τη γέννησή του (ή μάλλον και πριν από αυτή, αφού ο νόμος απονέμει δικαιώματα και στο κυοφορούμενο, δηλ. στο έμβρυο) μέχρι και μετά τον θάνατό του ρυθμίζοντας την τύχη της περιουσίας που τυχόν αυτός καταλείπει. Για παράδειγμα, μεγάλες ομάδες ανθρώπων μπορεί να μην έλθουν ποτέ σε επαφή με κανόνες ναυτικού, αεροπορικού ή πτωχευτικού δικαίου. Το αστικό δίκαιο όμως θα τους περιβάλλει παντού και πάντοτε! Σ’ αυτό πρέπει να προστεθεί όμως και κάτι άλλο: ότι μεγάλη υπήρξε και η συμβολή ορισμένων καθηγητών μας στη Νομική Σχολή, φωτισμένων δασκάλων, που μας έκαναν ν’ αγαπήσουμε το αστικό δίκαιο.

Η επιστροφή σας στην Ελλάδα σχεδόν συνέπεσε με τη Μεταπολίτευση. Πώς καταγράφεται στο δίκαιο η πολιτική αλλαγή;

Το 1974 η ελληνική κοινωνία βγήκε σαστισμένη από την οδυνηρή εμπειρία ενός αυταρχικού καθεστώτος που περιφρόνησε και στρέβλωσε κάθε έννοια δικαίου. Οι νομικοί που διέθεταν δημοκρατικό φρόνημα κλήθηκαν να αναστοχαστούν τότε την έννοια και τη χρησιμότητα της νομικής επιστήμης. Επρεπε ν’ απαντήσουν στο ερώτημα τι έφταιξε και πώς τόσοι συμπολίτες μας παρακολούθησαν παθητικά επί επτά χρόνια την καταπάτηση των νόμων από ανθρώπους που εκ της θέσεώς τους ήταν ταγμένοι για την εφαρμογή του νόμου και την ευημερία του πολίτη.

Πώς συνέβαλαν οι νόμοι στη θεμελίωση της δημοκρατίας στην Ελλάδα μετά τη Μεταπολίτευση;
Το Σύνταγμα του 1975, το οποίο ισχύει και σήμερα με μικρές αλλαγές ύστερα από τις αναθεωρήσεις του 1986, 2001 και 2008, είναι ένα από τα αρτιότερα Συντάγματα. Σφραγίστηκε με την ιστορική συγκυρία της επιβολής και της κατάρρευσης της δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967, γι’ αυτό και κύριο χαρακτηριστικό του ήταν η αποκατάσταση της αρχής του κράτους δικαίου και η θεσμική κατοχύρωση των συνταγματικών ελευθεριών και των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου.

Ποιοι πολιτικοί συνέβαλαν στην ευρωπαϊκή ταυτότητα της Ελλάδας; Ποιοι νόμοι έδωσαν αυτή την κατεύθυνση;

Ενα από τα βασικά χαρακτηριστικά του Συντάγματος 1975 είναι ο ευρωπαϊκός και διεθνής προσανατολισμός του. Ως κύρια δε στοιχεία αυτού του προσανατολισμού μπορούμε να αναφέρουμε το ευρωπαϊκής προελεύσεως περιεχόμενο των νέων διατάξεών του και τις ρυθμίσεις που αποτελούν τη βάση των σχέσεων της Ελλάδας με την Ευρώπη και τη διεθνή κοινότητα γενικότερα. Ως πρωτεργάτες της ευρωπαϊκής ταυτότητας της χώρας μας πρέπει να θεωρήσουμε κατ’ εξοχήν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τους τότε συνεργάτες του στην κατάρτιση του σχεδίου του Συντάγματος.

Ποιοι είναι κατά τη γνώμη σας οι σημαντικότεροι έλληνες καθηγητές του Δικαίου που με το έργο τους αλλά και το ηθικό παράδειγμά τους συνέβαλαν στην πρόοδο του τόπου;
Η χώρα μας έχει και ανέκαθεν είχε κορυφαίους νομικούς με διεθνή απήχηση, οι οποίοι είτε με το συγγραφικό έργο και τη διδασκαλία τους είτε με το ηθικό ανάστημα και το κοινωνικό κύρος τους άφησαν ανεξίτηλα ίχνη στη νομική επιστήμη. Από το αστικό δίκαιο δεν μπορούμε να μη μνημονεύσουμε τους Βασίλειο Οικονομίδη, Κωνσταντίνο Τριανταφυλλόπουλο, Γεώργιο Μπαλή, Γεώργιο Μαριδάκη. Και από τους άλλους δικαιικούς κλάδους, τους Νικόλαο Ν. Σαρίπολο, Αλέξανδρο Σβώλο, Αριστόβουλο Μάνεση κ.ά.

«Η Δικαιοσύνη δεν είναι εργαλείο εξόντωσης πολιτικών αντιπάλων»

Γιατί η διάκριση των εξουσιών είναι θεμελιώδης δημοκρατική κατάκτηση;

Η κατοχύρωση της διάκρισης των λειτουργιών έχει θεμελιώδη σημασία για το δημοκρατικό πολίτευμα, για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον, διότι αποφεύγεται η συγκέντρωση εξουσιών στα χέρια ενός μόνο οργάνου, συγκέντρωση που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην αυθαιρεσία και την κατάπνιξη των ελευθεριών των πολιτών. Και δεύτερον, παρέχεται η δυνατότητα σε καθεμιά από τις κρατικές λειτουργίες να ελέγχει τις υπόλοιπες, ιδίως στα δικαστήρια να ελέγχουν την κυβέρνηση για τις τυχόν παράνομες πράξεις της.

Ανησυχείτε για τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου στην Ελλάδα;

Θα ήθελα πολύ να μην ανησυχώ! Πώς όμως όταν διαβάζω ότι στις ετήσιες κατατάξεις του Δείκτη Δημοκρατίας η Ελλάδα χαρακτηρίζεται ως «προβληματική» και όταν τα τελευταία χρόνια αποφάσεις των ελληνικών δικαστηρίων αμφισβητούνται όλο και περισσότερο από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων;

Να έχουμε εμπιστοσύνη στην ελληνική Δικαιοσύνη;

Οι έλληνες δικαστές, στη συντριπτική τους πλειονότητα, επιτελούν ευσυνείδητα τα πολλαπλώς δύσκολα καθήκοντά τους. Αυτό όμως δεν αρκεί για να φέρουν επιτυχώς εις πέρας το έργο τους. Χρειάζονται ακόμη δύο προϋποθέσεις, οι οποίες δυστυχώς τον τελευταίο καιρό δεν φαίνεται να συντρέχουν. Πρώτον, πρέπει η πολιτεία να τους παράσχει τα αναγκαία (υλικοτεχνικά και άλλα) μέσα. Και δεύτερον, να τους αφήσει ανεπηρέαστους στην επιτέλεση του έργου τους, όσο γίνεται μακρύτερα από τη δημοσιότητα. Πρέπει να παύσει η εκτελεστική εξουσία να βλέπει τη Δικαιοσύνη ως εργαλείο επικράτησής της σε ταξικούς αγώνες ή εξόντωσης πολιτικών αντιπάλων της. Οι δικαστές, για ν’ αποφασίσουν αδέκαστα και σύμφωνα με τον νόμο, χρειάζονται κλίμα πολιτικής ηρεμίας και αποφόρτισης.

Συμβουλές

«Νομικός χωρίς ήθος ίσον κίνδυνος»

Με την πείρα σας και την ευρύτητα του πνεύματος που κατακτήσατε, τι θα συμβουλεύατε τους έλληνες πολιτικούς που φιλοδοξούν ειλικρινά να προσφέρουν στον τόπο;

Στους έλληνες πολιτικούς θα ήθελα να πω ότι οι καιροί είναι κρίσιμοι για την πατρίδα και επιβάλλουν εθνική συναίνεση και συνεννόηση. Οταν τα τελευταία πέντε χρόνια η Ελλάδα φέρεται στις ετήσιες κατατάξεις του Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας να κυμαίνεται μεταξύ της 115ης και της 130ής θέσης παγκοσμίως και όταν συνοπτικά χαρακτηρίζεται ως «επί το πλείστον ανελεύθερη», δεν έχουν την πολυτέλεια να ασχολούνται με φαγωμάρες μεταξύ τους και με την καλλιέργεια διχασμού και λαϊκισμού.

Αισιοδοξείτε για το μέλλον της χώρας μας;

Θα το ήθελα πολύ, γιατί η αισιοδοξία είναι το τονωτικό της καρδιάς. Πώς όμως όταν βλέπω τα παιδιά μας να φεύγουν μαζικά, τα πανεπιστήμια να παραλύουν, τη Δικαιοσύνη να φθείρεται στις μυλόπετρες των πολιτικών και κομματικών αντιπαραθέσεων και τη δημοκρατία στη χώρα μας να φυτοζωεί;

Τι θα είχατε να πείτε στους νέους νομικούς;

Πρώτον, να έχουν τη φιλοδοξία να είναι πάντα πρώτοι με οτιδήποτε και αν ασχοληθούν. Να είναι ενεργοί πολίτες και να γνωρίζουν ότι οι άλλοι περιμένουν πολλά από αυτούς γιατί ξέρουν (ή πρέπει να ξέρουν) τους νόμους.

Και δεύτερον, ότι ο νομικός, όσες γνώσεις και αν διαθέτει, χωρίς ήθος και υψηλό φρόνημα γίνεται επικίνδυνος για την κοινωνία.

Απόστολος Σ. Γεωργιάδης

Τι είναι δίκαιο;

Η νομική επιστήμη για όλους

Πρόλογος: Προκόπιος Παυλόπουλος

Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2018, σελ. 646,

Τιμή: 35 ευρώ