Πώς αποτιμώ το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου; Εως την ερχόμενη Δευτέρα, η ιδιότητά μου ως προέδρου της Επιτροπής Διαδικασιών και Δεοντολογίας δεν μου επιτρέπει να το κάνω. Δεν μου απαγορεύει, ωστόσο, να κάνω μερικά πιο γενικά σχόλια: πρώτα απ’ όλα, το αποτέλεσμα διέψευσε τις προβλέψεις. Οι 210.000 συμπολίτες μας που μετακινήθηκαν την περασμένη Κυριακή, σε Ελλάδα και εξωτερικό, δημιούργησαν ένα ιστορικό γεγονός που ξεπερνάει τα πρόσωπα.

Ανεξάρτητα από το ποιος θα εκλεγεί αύριο, η ιστορική προοδευτική παράταξη, από το φιλελεύθερο Κέντρο ώς τη σοσιαλδημοκρατική Κεντροαριστερά, θα είναι παρούσα τη Δευτέρα. Από εκεί και πέρα, το πόσο θα καταφέρει να επηρεάσει τις πολιτικές μας εξελίξεις εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το αν ο νικητής του δεύτερου γύρου θα ξεπεράσει τον εαυτό του και θα βάλει τα θεμέλια για μια γνήσια και ειλικρινή συσπείρωση. Από την άλλη, οι επιδόσεις των υποψηφίων έδειξαν ότι ο κύριος όγκος αυτών που ψήφισαν την περασμένη Κυριακή προερχόταν από το παλιό ΠΑΣΟΚ. Γύρισαν κατά κάποιον τρόπο στο «σπίτι» τους. Το γιατί είναι ίσως το πιο ενδιαφέρον ερώτημα που θα μπορούσε κανείς να τους θέσει.

Κατά τη γνώμη μου, η επιστροφή τους –που κάθε άλλο παρά οριστική είναι –δεν οφείλεται μόνο στο ότι τους απογοήτευσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Οφείλεται στο ότι, με τη συμμετοχή ενός μεγάλου φάσματος υποψηφίων, η εκλογή είχε «ανοίξει». Ολα τα ενδεχόμενα ήταν πιθανά. Οφείλεται όμως κυρίως σε έναν άλλο παράγοντα. Στο ότι, όλοι μας, οι πάνω από 7.000 εθελοντές που οργανώσαμε την ψηφοφορία, τους πείσαμε ότι η εκλογή θα είναι αδιάβλητη. Οτι, όπως μου έλεγε προχθές ένα στέλεχος του ΠΑΣΟΚ που έχουν δει πολλά τα μάτια του, «η κάλπη δεν θα χιονίσει». Δώσαμε, με άλλα λόγια, πίσω στον κόσμο την αξιοπρέπειά του. Γι’ αυτό, παρ’ ότι περίμενε στην ουρά αρκετές ώρες, δεν διαμαρτυρήθηκε. Αντίθετα, χαμογελούσε.

Τι φοβήθηκα περισσότερο τους τελευταίους μήνες για το εγχείρημα; Υπήρξαν στιγμές που όλα μπορούσαν να τιναχθούν στον αέρα; Ασφαλώς και υπήρξαν. Πάνω απ’ όλα φοβήθηκα την έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των υποψηφίων. Ελλειψη που, κάποιες στιγμές, αντανακλούσε και πάνω μου. Η διχόνοια, θα μου πείτε, και οι εγωισμοί είναι φαινόμενα σύμφυτα με την πολιτική, έτσι τουλάχιστον όπως ασκείται στην Ελλάδα. Καμιά αντίρρηση. Ωστόσο είναι άλλο να μιλάς για καχυποψία από μακριά και άλλο να τη ζεις εκ των έσω.

Προσωπικά απογοητεύτηκα περισσότερο όταν ορισμένοι υποψήφιοι –και κάποιοι «επιτελάρχες» τους που, όπως συνήθως συμβαίνει, είναι βασιλικότεροι του βασιλέως –αμφισβήτησαν τις προθέσεις μου, με υπαινιγμούς ότι δεν είμαι τάχα αμερόληπτος. Η εξ αποστάσεως ψηφοφορία, που μας απασχόλησε επί μακρόν, ήταν ένα από τα θέματα για τα οποία κατηγορήθηκα σχεδόν ευθέως –και μάλιστα εγγράφως! –ότι μεροληπτώ. Χθες ακόμη, ένα τέτοιο θέμα ήταν η μη αναβολή του δεύτερου γύρου, λόγω της ματαίωσης του debate. Ειδικά γι’ αυτό, οι ενστάσεις του Νίκου Ανδρουλάκη ήταν κατανοητές και σε μεγάλο βαθμό δικαιολογημένες. Προσωπικά, παρά το πένθος για τους νεκρούς της Μάνδρας, θα έπαιρνα το ρίσκο. Διότι μια τηλεμαχία δεν είναι πανηγύρι. Επικράτησε η αντίθετη άποψη. Οσο για την αναβολή, θυμίζω ότι ο δεύτερος γύρος θα πήγαινε στις 10 Δεκεμβρίου. Γιατί 26/11 και 3/12 γίνονται οι εκλογές των δικηγορικών συλλόγων. Με πάνω από 250 δικηγόρους στις Εφορευτικές Επιτροπές μας, δεν μπορούσαμε να πάρουμε το ρίσκο. Πήρα επάνω μου την ευθύνη να πω «όχι» στον Νίκο και για τα δύο, γιατί, όπως και στις άλλες περιπτώσεις, έκρινα ότι διαφορετικά το εγχείρημα θα ναυαγούσε.

Θα ψηφίσουν αύριο οι υποστηρικτές του Καμίνη και του Θεοδωράκη; Δεν είμαι βέβαιος. Θέλω, ωστόσο, να πιστεύω ότι θα εισακούσουν τις παραινέσεις του Γιώργου και του Σταύρου, οι οποίοι, προς τιμήν τους, δεν ενέδωσαν ούτε στιγμή στην προσωπική πικρία και απέδειξαν ότι βλέπουν πιο μακριά. Οτι, δηλαδή, περισσότερο από τα πρόσωπα, μετράει να ανασυγκροτηθεί σε γερή βάση η παράταξη.

Αξιζε τον κόπο η προσπάθεια; Για μένα, οι 4-5 τελευταίοι μήνες ήταν μια συναρπαστική περίοδος. Δεν είναι μόνο η προσπάθεια αυτή καθαυτή που με γέμισε. Είναι και τα πρόσωπα με τα οποία συνεργάστηκα και που, διαφορετικά, δεν θα είχα ποτέ συναντήσει στη ζωή μου. «Τι να τα κάνεις όλ’ αυτά, αν οι πρωταγωνιστές δεν καταφέρουν να συνεννοηθούν μεταξύ τους;» θα αντέτασσε ο κυνικός της παρέας. (Τέτοιος σημειωτέον ήταν, στο αφιέρωμα των «ΝΕΩΝ», το περασμένο Σάββατο, ένας σπουδαίος άνθρωπος, πλην όμως αθεράπευτα απαισιόδοξος, ο ιστορικός Κώστας Κωστής). Η απάντηση είναι ότι, αν δεν το προσπαθήσει κανείς, αν δεν διακινδυνεύσει, τίποτα δεν γίνεται.

Δεν είμαι μάντης για να προβλέψω αν, στο ιδρυτικό συνέδριο του νέου φορέα, η Φώφη, ο Νίκος, ο Γιώργος και ο Σταύρος (για να μη μιλήσω για τους δύο Γιάννηδες και τους άλλους υποψηφίους) θα τα βρουν. Η λύση πρέπει να βρεθεί κάπου αλλού (όχι αναγκαστικά στη «μέση») και γι’ αυτό χρειάζεται τόλμη και εξυπνάδα. Προσόντα που, ευτυχώς, στον χώρο του ευρύτερου Κέντρου και της Κεντροαριστεράς περισσεύουν. Αρκεί οι κάθε είδους καρεκλοκένταυροι να μην καταφέρουν να πάρουν το πάνω χέρι.