Πρώτη φορά, όπως λέει, θα παίξει έναν τόσο μικρό ρόλο στην καριέρα του. Μια σκηνή έξι (εφτά;) λεπτών όπου υποδύεται τον Φέρη, πατέρα του Αδμήτου. Οι δυο τους συγκρούονται σε έναν αγώνα λόγου επειδή ο ηλικιωμένος αρνείται να πεθάνει στη θέση του γιου του –κάτι που τελικά θα προτείνει η σύζυγος του Αδμήτου, Αλκηστη. «Κι όμως σκέφτηκα ότι τώρα που μεγάλωσα είναι που έχει αξία ο μικρός ρόλος» λέει ο 79χρονος ερμηνευτής που έχει ξεκινήσει από το Θέατρο Τέχνης, για να συνεργαστεί με ορισμένους από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του ελληνικού και ευρωπαϊκού θεάτρου, όπως ο Σπύρος Ευαγγελάτος («Βάκχες» του Ευριπίδη, «Βόιτσεκ» του Μπίχνερ, «Αμλετ» του Σαίξπηρ, «Φάουστ» του Γκαίτε), ο Γιούρι Λιουμπίμοφ («Γλάρος» και «Βυσσινόκπηος» του Τσέχοφ, «Δανειστές» του Στρίντμπεργκ), ο Πέτερ Στάιν («Ηλέκτρα») κ.ά. «Καμιά φορά μού λένε συνάδελφοι ότι δεν θέλουν τους δεύτερους ρόλους. Οταν εγώ όμως θυμάμαι δευτεραγωνιστές στο Εθνικό Θέατρο, μιλάω για ηθοποιούς τεράστιους που μπορούσαν να αλλάζουν ερμηνευτικό ύφος από παράσταση σε παράσταση».

Είναι και η πρώτη φορά που ανακαλύπτετε την «Αλκηστη»;

Το ήξερα το έργο, αλλά δεν είχα φανταστεί ποτέ ότι θα παίξω σ’ αυτό. Με πήρε κάποια στιγμή η Κατερίνα Ευαγγελάτου, την οποία ξέρω από παιδί, για να παίξω τον Φέρη. Και λέω τη ξέρω επειδή το 1990, το 1991 και το 1992 συνεργάστηκα με τον πατέρα της Σπύρο Ευαγγελάτο. Μια σκηνή έχω, τη σύγκρουση πατέρα και γιου, αλλά μου κάνει πολύ κέφι.

Τι βλέπετε στον ρόλο; Είναι ο πατέρας που αντιστέκεται στην ιδέα του θανάτου εις βάρος του παιδιού του…

Ο Φέρης δεν μπορεί να φανταστεί ότι θα πεθάνει. Είναι λίγο αυτό που λέμε «ψωνάρα», οπότε νιώθει ότι ακόμη αντέχει. Μπροστά στη νεκρή Αλκηστη, άλλωστε, τσακώνεται με τον Αδμητο. Οταν ο τελευταίος τον αποκαλεί «γέρο», θυμώνει και ξεκινά την αντεπίθεση. Στο τέλος φεύγει σαν νικητής από τον αγώνα. Ετσι τουλάχιστον αισθάνεται. Για να μη σας πω ότι ουσιαστικά παρωδεί τους λόγους για τους οποίους η Αλκηστη πεθαίνει για χάρη του γιου του. Με τον τρόπο του τους υπονομεύει.

Η Κατερίνα Ευαγγελάτου μπήκε στη συζήτηση περί τραγικωμωδίας;

Η Κατερίνα έχει πει –κι εγώ συμφωνώ –ότι αυτό το έργο είναι «όλα μαζί». Και γέλιο, και δράμα, και κωμικά στοιχεία. Εγώ πιστεύω ότι κάποια στιγμή υπάρχει και συγκίνηση. Κι εμένα άρχισαν να τρέχουν τα μάτια μου ως θεατή στις πρόβες. Αλλά δεν κάνει μελό η Κατερίνα.

Δεν είναι πάντως ένα ξεκάθαρο έργο του Ευριπίδη. Ούτε δράμα, ούτε τραγωδία…

Ετσι ακριβώς είναι όπως το λέτε. Και υπάρχει και σάτιρα. Αλλά υπάρχει και μια λοξή ματιά στον ρόλο του Αδμήτου, ο οποίος διαθέτει κάτι «φασιστικό» όπως το λέω εγώ. Δεν ξέρεις πόσο αληθινός είναι όταν κλαίει και οδύρεται μετά την κηδεία της γυναίκας του. Και όταν κάποιος τον κοροϊδεύει, τον πιάνει και τον πλακώνει στο ξύλο. Ο Χορός άλλωστε -όπως και αρκετοί από εμάς –είναι ντυμένος με στρατιωτικά ρούχα, ενώ εμφανίζονται και κάποιοι νεαροί ηθοποιοί με δίκοχα.

Το ιστορικό πλαίσιο που επέλεξε η σκηνοθέτρια είναι ξεκάθαρο; Απ’ όσα λέτε θα μπορούσε να είναι η στρατοκρατούμενη Ελλάδα από το 1950 κι έπειτα…

Θα σας πω κάτι άλλο. Υπάρχει μια στιγμή με τον Χορό που σκέφτηκα «α, εδώ είναι Βόρεια Κορέα». Είναι η άποψη της Ευαγγελάτου που νομίζω ότι λειτουργεί απολύτως. Δεν θα έλεγα ότι όλα δείχνουν προς τη δική μας χούντα, αλλά σίγουρα υπάρχει μια αίσθηση απαγόρευσης, απολυταρχισμού και κανόνων. Ακόμη και ο Φέρης, όταν αναφέρεται στην Αλκηστη λέγοντας ότι τιμά ολόκληρο το γυναικείο γένος, μοιάζει σαν να υπονομεύει τη θέση αυτού του γένους μέσα στην κοινωνία. Και σαν να μη γουστάρει τις γυναίκες.

Αφεθήκατε στον έλεγχο της σκηνοθέτριας για τον ρόλο;

Απολύτως και αυτό έχω κάνει με όλους τους σκηνοθέτες. Αν διαφωνώ κάπου, θα το συζητήσω με τον σκηνοθέτη, αλλά αν επιμείνει εκείνος –και μέτριος αν είναι –θα υποχωρήσω. Είναι κάτι που υπηρετώ από την εποχή του Θεάτρου Τέχνης, όταν δεν είχα καν άποψη.

Η υπακοή στον σκηνοθέτη μπορεί να λειτουργήσει και απελευθερωτικά για έναν ηθοποιό;

Να πω το παράδειγμα της Ευαγγελάτου; Ε, λοιπόν, αισθάνομαι ότι μου έχει πει απλά πράγματα, ακόμη και για τους τονισμούς, για τα οποία παραδέχθηκα ότι είχε δίκιο απ’ την αρχή. Αυτό μου κάνει καλό.

Πώς προετοιμαστήκατε για έναν μικρό σχετικά ρόλο;

Διαβάζω αρκετά πλέον επειδή έχω μεγαλώσει –είμαι 79 ετών –και δεν μαθαίνω εύκολα. Δεν έχω πρόβλημα να το κρύψω. Καμιά φορά έχω κι ενοχές ότι μπορεί να καθυστερώ τους νεότερους συναδέλφους. Κατά τ’ άλλα δεν είμαι από τους ηθοποιούς που ψάχνουν και το παραμικρό. Δεν διάβασα τα πάντα για την «Αλκηστη». Αφήνω να με επηρεάσει το κείμενο και βάζω σίγουρα δικά μου πράγματα.

Πόσο πίσω πηγαίνετε για να επαναφέρετε βιώματα και κώδικες;

Κοιτάξτε, σίγουρα από τον Κουν πήρα πράγματα όπως τόσοι και τόσοι. Ηταν ένας άνθρωπος γοητευτικός. Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργούσε παρέσυρε τους ηθοποιούς: και τους καλούς και τους κακούς. Είχε κάτι μαγικό που επάνω στη σκηνή το μεταμόρφωνε σε σύνολο κι όλοι περνούσαν. Από την άλλη, δεν άφηνα παράσταση για παράσταση και στο Εθνικό όπου θαύμαζα τους πρωταγωνιστές, αλλά και πολλούς δευτεραγωνιστές. Αρκετοί από αυτούς τεράστιοι. Από εκεί και πέρα ο κάθε ηθοποιός –κι εγώ –χρησιμοποιεί δικά του πράγματα, ακόμη κι ευκολίες.

Πώς βλέπετε τους νεότερους ηθοποιούς;

Με έχουν εντυπωσιάσει. Ο τρόπος που δουλεύουν και κινούνται. Την εποχή που βγήκα εγώ κάναμε αυτοσχεδιασμούς, αλλά χωρίς να ασκηθούμε. Στον «Αμλετ» αργότερα με τον Ευαγγελάτο χρειάστηκε να μάθω ξιφασκία απ’ την αρχή και μου πήρε ενάμιση μήνα. Αλλά νομίζω τα κατάφερα μια χαρά. Δεν θα έλεγα ότι υπάρχει τρομερή διαφορά στο παίξιμο των νεότερων. Ισα ίσα που στον Παπασπηλιόπουλο, τον οποίο εκτιμώ προσωπικά, αναγνωρίζω και κάποια κοινά στοιχεία. Βλέπω όμως και στα άλλα παιδιά πόσο μέσα είναι σ’ αυτό που κάνουν στην παράσταση. Με εντυπωσίασε επίσης η Κίττυ Παϊταζόγλου που υποδύεται την Αλκηστη, κυρίως από τη στιγμή που πεθαίνει. Το σωματικό παίξιμο που έχει ως νεκρή είναι κάτι απίστευτο.

«Στάθηκα τυχερός από την αρχή»

Βλέπετε σε άλλους ηθοποιούς τον τρόπο που θα μπορούσατε εσείς να παίξετε;

Οχι πάντα. Πρέπει να με εντυπωσιάσει κάτι εξαρχής. Θυμάμαι την παράσταση «Φτωχέ φονιά» που ανεβάσαμε πάλι με τον Ευαγγελάτο. Χρόνια αργότερα την ανέβασε και ο Κιμούλης –ένας πολύ καλός ηθοποιός –σε σκηνοθεσία Νίκου Κoύρκουλου. Τον έβλεπα πάνω στη σκηνή στον ρόλο που είχα υποδυθεί εγώ κι έλεγα «αυτό δεν είχα σκεφτεί να το κάνω». Αλλά αμέσως μετά συμπλήρωνα: «Βέβαια, και να το είχα σκεφτεί, θα μπορούσα να το κάνω;».

Απωθημένα έχετε;

Οχι, επειδή στάθηκα απ’ την αρχή τυχερός. Βγήκα στον Κουν, έπαιξα πρωταγωνιστικούς και δεύτερους ρόλους και όταν έφυγα είχα αρκετές προτάσεις.

Τελικά η σχέση με το θέατρο τι είναι; Μια μαθητεία που δεν τελειώνει ποτέ;

Ναι. Είναι σίγουρο ότι συνάντησα πολλούς ανθρώπους, κυρίως σκηνοθέτες, που σίγουρα έλεγαν πράγματα πιο σημαντικά απ’ ό,τι εγώ. Θυμάμαι όταν δούλευα με τον Λιουμπίμοφ να δείχνει πράγματα που πάνω στη σκηνή γίνονταν μέτρια απ’ τους ηθοποιούς.Είμαστε και λίγο περίεργοι εμείς οι ηθοποιοί. Και τώρα θυμάμαι ένα παράδειγμα απ’ την ανάποδη. Υπήρχε ένας συνάδελφος –έχει πεθάνει –στον οποίο ο Λιουμπίμοφ έλεγε και ξανάλεγε ότι κάνει υπερβολές στον ρόλο της παράστασης. Τον έπιασα μάλιστα κι εγώ και του είπα γιατί δεν ακούει τον σκηνοθέτη που έχει ανεβάσει τόσο σπουδαία πράγματα στη Ρωσία. Κάνουμε όμως πρεμιέρα και ο ηθοποιός άρεσε –ακριβώς επειδή έκανε υπερβολές. Στην τελευταία συνάντηση των ηθοποιών με τον Λιουμπίμοφ, πριν αναχωρήσει για τη Ρωσία, έρχεται ο σκηνοθέτης και μας έδινε θάρρος. Ξαφνικά ανεβαίνει κάτι σκαλοπάτια και γονατίζει μπροστά στον συνάδελφο για να του πει: «Aκουσέ με, έχω δίκιο. Κάνε αυτό που σου είπα». Το θυμάμαι αυτό για να πω ότι έχουμε απωθημένα και κόμπλεξ στο σινάφι μας.

INFO

«Αλκηστη», Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, 28 και 29 Ιουλίου στις 21.00. Παίζουν: Κίττυ Παϊταζόγλου, Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, Δημήτρης Παπανικολάου, Κώστας Ασαρδάνης, Σωτήρης Τσακομίδης κ.ά.