Με τον Ανδρέα Παπανδρέου συνεργαζόμασταν στενά σε καθημερινή βάση. Πήγαινα

κάθε πρωί στο γραφείο του, στην Εκάλη ή στο Μαξίμου. Μιλούσα στο τηλέφωνο μαζί

του πολλές φορές κάθε μέρα, κάποτε έως και πολύ αργά τη νύχτα. Ήθελε να του

λες όλα τα γεγονότα, ακόμα κι αυτά που ήδη γνώριζε, αλλά και ν’ ακούει την

άποψή σου γι’ αυτά. Με κοίταζε σκεπτικός πίσω από το γραφείο του, με το γνωστό

σε κάθε συνομιλητή διεισδυτικό του βλέμμα. Συνήθως δεν σχολίαζε. Σαν σφουγγάρι

ρουφούσε τα πάντα. Θυμόταν και την παραμικρή λεπτομέρεια. Ύστερα από επαφή και

με άλλους συνεργάτες του, στελέχη του ΠΑΣΟΚ και υπουργούς, έκανε τη δική του

επεξεργασία και ήταν πάντα έτοιμος να πάρει τις αποφάσεις του. Όταν αυτό

συνέβαινε και «ο κύβος είχε ριφθεί», δεν δεχόταν κουβέντα από κανέναν. Η

πολιτική του σκέψη μεταβαλλόταν σε δράση. Ο προβληματισμός του, σε ικανοποίηση

για την ειλημμένη απόφαση.

Πολλές φορές ένιωθε την ανάγκη για ευρύτερες συζητήσεις γύρω από τις

πολιτικές εξελίξεις, ελληνικές και διεθνείς. Έβρισκε μια ασήμαντη αφορμή, για

ν’ ανοίξει η κουβέντα. Και τότε θαύμαζες την αμεσότητα του λόγου του, την

αναλυτική του σκέψη, τις κρίσιμες επισημάνσεις του, τη λεπτομέρεια που σου

είχε διαφύγει και η οποία θα εξελισσόταν σε κλειδί για όσα ακολουθούσαν.

Μια μέρα, σε χρόνο ανύποπτο για τις μετέπειτα εξελίξεις, με φιλοπαίγμονα

διάθεση με ρώτησε αν βρήκα κάτι σπουδαίο στην ανάγνωση της «Herald Tribune».

Θυμάμαι ότι του επισήμανα μια ανάλυση της εφημερίδας για τα γεγονότα του

Κόλπου. Ο ίδιος, όμως, είχε μείνει σε μια μικρή είδηση των δύο γραμμών, όπου

αναφερόταν το ταξίδι ενός Γερμανού οικονομικού παράγοντα στη Μόσχα. «Αυτή η

είδηση», μου είπε, «έχει τη μεγαλύτερη σημασία. Δεν την αναφέρουν τυχαία». Για

να μου εξηγήσει μετά, ξεδιπλώνοντας τις σκέψεις του, τον νέο ρόλο της

Γερμανίας στην Ευρώπη, τις προσεκτικές κινήσεις της και την ανησυχία των ΗΠΑ.

«Όλα έχουν το νόημά τους», είπε, «στο νέο παζλ που δημιουργείται. Στην εξέλιξή

του, θα δούμε πολλά. Η Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια είναι πάλι χώρος

διεκδίκησης. Ποιος θα έχει το πάνω χέρι».

Αλλά ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν δάσκαλος και στα θέματα πολιτικής

συμπεριφοράς απέναντι στον λαό. Σ’ ένα σχέδιο ομιλίας που του παρέδωσα στην

αρχή της συνεργασίας μας, αφού έριξε μια ματιά, με κάλεσε για να μου πει:

«Έσβησα μια λέξη. Αυτή τη λέξη δεν την λέω ποτέ και δεν θέλω να την ξαναδώ σε

ομιλίες, δηλώσεις ή κείμενά μου». Είχε σβήσει τη λέξη «εγώ».

Το «εμείς» ή «το ΠΑΣΟΚ» ή «η Ελλάδα» ήταν η έκφραση που πάντα

χρησιμοποιούσε, γιατί πίστευε στη συμμετοχή και στη συλλογική στάση όλων.

Επιδίωκε, αυτό που εξέφραζε ο ίδιος, να ταυτίζεται με το γενικότερο αίσθημα.

Να μη χάνει την επαφή με τον λαό.

Οι μικρές αυτές περιγραφές μιας ­ ιστορικής για μένα ­ καθημερινότητας δεν

αποδίδουν ασφαλώς την πολυδιάστατη προσωπικότητα του Ανδρέα Παπανδρέου.

Υποδηλώνουν απλώς την παρατηρητικότητα, την προσοχή και τη συνεχή επαγρύπνηση

ενός χαρισματικού ηγέτη. Γιατί, όπως έλεγε: «Η δυναμική του Κινήματος έχει την

πηγή της στη συμμετοχή του λαού, στην ενότητα των στελεχών και στην αγωνιστική

μας διάθεση».