Η μακροπρόθεσμη χρήση της φινγκολιμόδης μπορεί να διατηρήσει χαμηλή τη δραστηριότητα στη Σκλήρυνση κατά Πλάκας (ΣΚΠ), σύμφωνα με τα αποτελέσματα της επέκτασης της μελέτης TRANSFORMS που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην επιστημονική επιθεώρηση Journal of Neurology, Neurosurgery and Psychiatry. Η μελέτη έγινε σε άτομα με υποτροπιάζουσα διαλείπουσα μορφή της νόσου, η οποία αφορά περίπου το 85% των συνολικών περιστατικών.

Η ΣΚΠ είναι μία χρόνια, προοδευτική νόσος, κατά την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα (ΚΝΣ), δηλαδή εγκέφαλο, νωτιαίο μυελό και οπτικό νεύρο, προκαλώντας φλεγμονή και καταστροφή της μυελίνης. Το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμα αυτής της καταστροφής είναι μη αναστρέψιμο και προκαλεί αναπηρία και παράλυση, γι’ αυτό και όσο πιο έγκαιρη και αποτελεσματική είναι η ιατροφαρμακευτική παρέμβαση τόσο περισσότερο καθυστερεί η εξέλιξη της νόσου, και τόσο καλύτερη ποιότητα ζωής έχουν οι ασθενείς.

Η φινγκολιμόδη είναι ένα ανοσοτροποποιητικό φάρμακο και μια αποτελεσματική θεραπεία για την υποτροπιάζουσα διαλείπουσα μορφή της νόσου. Στο πλαίσιο της επέκτασης της μελέτης TRANSFORMS, μεταξύ άλλων, οι ειδικοί συνέκριναν για επιπλέον 4,5 χρόνια μία ομάδα ασθενών που λάμβανε και προηγουμένως φινγκολιμόδη και μία ομάδα ασθενών που λάμβανε ιντερφερόνη βήτα-1α και άλλαξαν την αγωγή τους σε φινγκολιμόδη κατά τη διάρκεια της μελέτης. Συνολικά 1.027 ασθενείς συμμετείχαν.

Όπως φάνηκε από τα αποτελέσματα της μελέτης το ετήσιοποιημένο ποσοστό υποτροπών στην ομάδα που λάμβανε μακροπρόθεσμα φινγκολιμόδη ήταν σημαντικά χαμηλότερο σε σχέση με τους ασθενείς που λάμβαναν στην αρχή ιντερφερόνη βήτα-1α και στη συνέχεια άλλαξαν τη θεραπεία τους και πήραν κι αυτοί φινγκολιμόδη. Ωστόσο, ακόμη και οι τελευταίοι μετά την αλλαγή της θεραπείας είχαν κατά 50% μειωμένο ποσοστό υποτροπών (ετήσιο) και μειωμένη δραστηριότητα της νόσου η οποία αποδείχθηκε με μαγνητική τομογραφία.

Μάλιστα, στο 50% των ασθενών που άλλαξε από ιντερφερόνη σε φιγκολιμόδη, στο πρώτο έτος χορήγησης δεν παρατηρήθηκαν ενδείξεις δραστηριότητας της νόσου. Επιπλέον, μετά από 4,5 χρόνια χορήγησης της φινγκολιμόδης δεν υπήρχε σημαντική διαφορά στις δύο ομάδες τόσο στην εξέλιξη της αναπηρίας, όσο και απεικονιστικά στα ευρήματα της μαγνητικής τομογραφίας. Η μελέτη απέδειξε ότι η φινγκολιμόδη βελτίωσε σημαντικά τόσο την κλινική όσο και την απεικονιστική πορεία των ασθενών σε σύγκριση με την ιντερφερόνη βήτα-1α.

Οι ειδικοί κατάληξαν στο συμπέρασμα ότι η αλλαγή της θεραπείας από ιντερφερόνη βήτα-1α σε φινγκολιμόδη βελτιώνει σημαντικά την αποτελεσματικότητα της θεραπείας και πώς η θεραπεία με φινγκολιμόδη έχει σταθερή και μακροπρόθεσμη επίδραση στη διατήρησης χαμηλής δραστηριότητας της νόσου.