Η έκδοση ενταλμάτων για την διεξαγωγή παρακολουθήσεων αναφορικά με τη δράση ξένων πρακτόρων στο έδαφος των ΗΠΑ, έχει σημείο αναφοράς την ειδική νομοθεσία (Foreign Intelligence Surveillance Act -FISA) που διέπει την χρήση του μηχανισμού και των μέσων που διαθέτουν οι ΗΠΑ για την διεξαγωγή παρακολουθήσεων.

Προκειμένου να πραγματοποιηθεί μία παρακολούθηση για σκοπούς αντικατασκοπείας στο αμερικανικό έδαφος, το FBI πρέπει να καταθέσει ένα σχετικό ένταλμα (FISA) στο ειδικό δικαστήριο που χειρίζεται τις υποθέσεις αυτές (Foreign Intelligence Surveillance Court -FISC) και να λάβει την έγκρισή του. Στην σύνθεση του δικαστηρίου λαμβάνουν μέρος 11 ομοσπονδιακοί δικαστές που εναλλάσσονται κι εξετάζουν τις αιτήσεις, σε μία ασφαλή πτέρυγα του υπουργείου Δικαιοσύνης. Οι δικαστές αυτοί εγκρίνουν τις αιτήσεις, για την έναρξη μυστικών παρακολουθήσεων.

Η διαδικασία έκδοσης ενός εντάλματος FISA διαφέρει από την διαδικασία έκδοσης των ενταλμάτων που σχετίζονται με την άσκηση ποινικών διώξεων, καθώς δεν περιλαμβάνει την διάπραξη κάποιου εγκλήματος. Έτσι, το αρμόδιο δικαστήριο (FISC) καλείται να αποφανθεί αν αυτός για τον οποίο ζητείται η παρακολούθηση έχει κάποιο προφανή κίνητρο, ώστε να ενεργεί ως πράκτορας μιας ξένης κυβέρνησης.

Τον Οκτώβριο του 2016, το FBI ακολούθησε την ίδια διαδικασία αναφορικά με τον Κάρτερ Πέιτζ, έναν σύμβουλο σε θέματα ενέργειας και πρώην σύμβουλο για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, στην προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ. Σε μία μερικώς απόρρητη αίτηση FISA, το FBI ισχυρίστηκε πως πίστευε ότι ο Πέιτζ ήταν “ένας πράκτορας μιας ξένης κυβέρνησης” αλλά και “στόχος ειδικής στρατολόγησης από την ρωσική κυβέρνηση.”

Τα εντάλματα FISA ισχύουν για 90 ημέρες, εκτός κι αν ανανεωθούν. Μία νέα αίτηση FISA θα πρέπει να κατατεθεί στο FISC, ώστε να εγκριθεί κάθε φορά που γίνεται ανανέωση του εντάλματος παρακολούθησης.

Μετά από παρότρυνση των Ρεπουμπλικάνων που είναι μέλη του Κογκρέσου, ο πρόεδρος Τραμπ έδωσε την έγκρισή του για το αποχαρακτηρισμό της αίτησης FISA που κατατέθηκε από το FBI, για τον Κάρτερ Πέιτζ. Παράλληλα, θα δημοσιοποιηθούν και οι τρεις ανανεώσεις που ακολούθησαν την αρχική αίτηση.

Μία περιορισμένη έκδοση των αιτήσεων αυτών, που αριθμεί 400 σελίδες δημοσιοποιήθηκε τον Ιούλιο.

Με την κίνηση που έκανε ο Αμερικανός πρόεδρος θα δημοσιοποιηθούν και τμήματα της αίτησης, τα οποία είχαν χαρακτηριστεί ως απόρρητα, με συνέπεια την μη προηγούμενη δημοσίευσή τους.

Σύμφωνα με πηγές που είναι οικείες με την διαδικασία που ακολουθείται, μετά την απόφαση του προέδρου Τραμπ για την δημοσιοποίηση, η κοινότητα των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ θα προχωρήσει στην διεξαγωγή μίας επεξεργασίας των εγγράφων. Στην επεξεργασία αυτή, θα λάβουν μέρος όλες οι υπηρεσίες πληροφοριών που είχαν ρόλο με στοιχεία και πληροφορίες στην κατάρτιση των αιτήσεων για την έκδοση ενταλμάτων FISA και θα δημοσιοποιηθούν. Παράλληλα, οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες θα έχουν την δυνατότητα να κάνουν τις προτάσεις τους, σχετικά με στοιχεία και πληροφορίες που κατά την άποψή τους, δεν θα πρέπει να δημοσιοποιηθούν.

Οι σχετικές προτάσεις των υπηρεσιών πληροφοριών για την δημοσιοποίηση των πληροφοριών ή τυχόν περιορισμούς που υπάρχουν θα συγκεντρωθούν στο Γραφείο του Διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στις ΗΠΑ, ο οποίος και θα τις παρουσιάσει στον Λευκό Οίκο.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ έχει τον τελευταίο λόγο στην δημοσιοποίηση πληροφοριών και αποφασίζει για το αν θα δεχθεί ή θα απορρίψει τις συστάσεις των υπηρεσιών πληροφοριών.

Το αναφερόμενο υλικό έχει περάσει από την διαδικασία αποχαρακτηρισμού τρεις φορές, ενώ τα στοιχεία που αποφάσισε να αποχαρακτηρίσει ο Τραμπ, είχαν προηγούμενα χαρακτηριστεί ως απόρρητα.

Το Γραφείο του Διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών έχει ήδη κινητοποιηθεί και συνεργάζεται με τα στελέχη των άλλων υπηρεσιών. Σύμφωνα με μία πηγή, εργάζονται εντατικά, αλλά δεν υπάρχει συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα.