Εξωτερικό δημόσιο χρέος ύψους 179 δισ. δολαρίων πρέπει να αποπληρώσει η Τουρκία μέχρι τον Ιούλιο του 2019. Ενα ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο 25% του ΑΕΠ της χώρας, συμφωνα με την εκτίμηση της JP Morgan, επισημαίνοντας τον κίνδυνο δραστικής συρρίκνωσης της πληττόμενης από την κρίση τουρκικής οικονομίας.

Το μεγαλύτερο τμήμα των χρεογράφων που ωριμάζουν –περί τα 146 δισ. δολάρια- κατέχεται από τον ιδιωτικό τομέα και κυρίως τις τράπεζες. Για την αποπληρωμή ή την επιμήκυνση του χρέους η τουρκική κυβέρνηση χρειάζεται 4,3 δισ. δολάρια, ενώ για το υπόλοιπο ποσό είναι υπόχρεες επιχειρήσεις του τουρκικού δημοσίου τομέα, σύμφωνα με την έκθεση της JPM.

Το ζήτημα τίθεται στο επίκεντρο της προσοχής, καθώς η τουρκική λίρα έχει βυθιστεί εφέτος κατά 40%, εν μέσω ανησυχιών για την πολιτική ανάμειξη σε θέματα νομισματικής πολιτικής και ενώ έχει σημειωθεί ρήγμα στις σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ εξαιτίας της κράτησης του πάστορα Μπράνσον. Η κατάρρευση του τουρκικού νομίσματος έχει πυροδοτήσει ανησυχίες ότι οι τουρκικές επιχειρήσεις ενδέχεται να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στην αποπληρωμή χρεών σε σκληρό νόμισμα και αυτό έχει επιπτώσεις στις μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών που έχουν έκθεση στην Τουρκία. Σύμφωνα με την JP Morgan, το εξωτερικό χρέος της Τουρκίας ως ποσοστό του ΑΕΠ πλησίασε πέρυσι στα επίπεδα ρεκόρ της προ του 2001-2002 χρηματοπιστωτικής κρίσης της χώρας.

«Οι ανάγκες χρηματοδότησης στους επόμενους 12 μήνες είναι μεγάλες και η πρόσβαση στις αγορές έχει καταστεί προβληματική», υπογραμμίζεται στην ανάλυσή της η JPMorgan. Περίπου 32 δισ. δολάρια απαιτούνται για το υπόλοιπο του 2018, σύμφωνα με στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Τουρκίας που επικαλείται η ανάλυση, ενώ ωριμάνσεις μεγάλων ποσών προβλέπονται για τους μήνες Σεπτέμβριο, Οκτώβριο και Δεκέμβριο του τ.ε. «Καθώς διεθνείς τράπεζες είναι πιθανόν να μειώσουν, έστω τμηματικά, την έκθεσή τους στην Τουρκία, η επιμήκυνση αποπληρωμών των βασικών κεφαλαίων των δανείων μπορεί να εξελιχθεί σε πρόκληση για κάποιες επιχειρήσεις», επισημαίνει η ανάλυση, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι κάποιες εταιρείες έχουν επαρκή περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό για να καλύψουν υποχρεώσεις σε σκληρά νομίσματα, ενώ περί τα 47 δισ. δολάρια αντιστοιχούν σε ωριμάνσεις εμπορικών πιστώσεων, οι οποίες είναι ευκολότερο να επιμηκυνθούν.

Συνολικά, πάντως, εκτιμάται ότι 108 δισ. δολάρια χρέους που ωριμάζει μέχρι τον Ιούλιο του 2019 έχει υψηλό ρίσκο επιμήκυνσης. «Σε μια αιφνίδια παύση κεφαλαιακών εισροών, οι κίνδυνοι επιμήκυνσης θα αυξηθούν και η χρηματοδότηση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών θα γίνει δύσκολη», εκτιμά η JPM.

Τσαβούσογλου: Προτεραιότητα οι μεταρρυθμίσεις για την ένταξη στην ΕΕ

Την ίδια στιγμή και ενώ μέχρι πρότεινως τόσο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όσο και στελέχη της κυβέρνησής του έχουν επιτεθεί στην ΕΕ, καταγγέλλοντας το πάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Τουρκία, με αιχμή τα ανθρώπινα δικαιώματα, ο υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσολγου υποστήριξε – εν μέσω οξύτατης οικονομικής κρίσης – δήλωσε ότι η Αγκυρα θα θέσει ως προτεραιότητά της τις μεταρρυθμίσεις που συνδέονται με την ενταξιακή πορεία της στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά την επόμενη περίοδο και αναμένει ότι θα δει αποτελέσματα από τις προσπάθειές της, συμπεριλαμβανομένου και του θέματος της απελευθέρωσης της βίζας, δήλωσε σήμερα ο υπουργός Εξωτερικών.

Ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, είπε ότι η Τουρκία θα εργαστεί για την επιτάχυνση των πολιτικών μεταρρυθμίσεων και θα επικεντρωθεί στον δικαστικό τομέα, τις ελευθερίες και τα θεμελιώδη δικαιώματα.

Ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας τόνισε επίσης ότι πρέπει να ξαναρχίσουν οι συνομιλίες για την τελωνειακή ένωση με την ΕΕ.

Ο Τσαβούσογλου σημείωσε ωστόσο ότι δεν αναμένει να ανοίξουν νέα κεφάλαια στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις όσο η Αυστρία ασκεί την προεδρία της ΕΕ, δηλαδή μέχρι τα τέλη του έτους.