Το ατέλειωτο χειροκρότημα προς τον Σταύρο Τσακυράκη τον περασμένο Απρίλιο, σ’ ένα κατάμεστο αμφιθέατρο της Νομικής Αθηνών, ήταν μόνο μια ένδειξη του κενού που θα άφηνε η απουσία του από το Πανεπιστήμιο. Λίγους μήνες μετά, συγγενείς, φίλοι, πολιτικοί σύντροφοι και εκείνοι που τον γνώριζαν από τα κείμενα και τη δημόσια παρουσία του, τον αποχαιρέτησαν στον Μόλυβο της Λέσβου. Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, με αντιστασιακή δράση εναντίον της δικτατορίας, ο Τσακυράκης έμεινε υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μέχρι το τέλος. Ηταν ένας εξ αυτών που ανέλαβαν αμισθί την υπεράσπιση των 8 τούρκων στρατιωτικών, ενώ θεωρούσε τη σύγκρουσή του με την ηγεσία του Αρείου Πάγου «αναπόφευκτη συνέπεια των αγώνων που έχει δώσει στη ζωή του».

«Η Ακαδημαϊκή μας Κοινότητα θρηνεί την απώλεια ενός γνήσιου θεμιστοπόλου, με άψογη πανεπιστημιακή διαδρομή και ανεπίληπτο δημοκρατικό ήθος» ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο Προκόπης Παυλόπουλος. «Ο Σταύρος Τσακυράκης υπήρξε παντοτινός υπερασπιστής της ελευθερίας και των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Η παρουσία του στη δημόσια ζωή, μέσω άρθρων, συγγραμμάτων, αλλά και των διαλέξεών του στο Πανεπιστήμιο ήταν δυναμική, με την κριτική του προσέγγιση να προκαλεί πάντοτε ενδιαφέρον» ανέφερε ο Πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης. Ηταν ένα «βαθιά ουμανιστικό και ανυπότακτο πνεύμα, με μια σκέψη που αναζητούσε την ορθότητα έξω από τα στερεότυπα» δήλωσε ο Κώστας Σημίτης.

«Δεν θα μείνει στη μνήμη όσων τον γνώρισαν μόνον ως ένας σπουδαίος ακαδημαϊκός δάσκαλος. Αλλά κυρίως ως ένας αδιαπραγμάτευτος μαχητής της ελευθερίας και του Δικαίου, δηλαδή της ίδιας της Δημοκρατίας μας» ανέφερε μεταξύ άλλων ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «Δεν ήταν ο βολικός τύπος που συμμορφωνόταν με τις επιθυμίες του πλήθους ή της εξουσίας. Πραγματικός διανοητής, συναισθηματικά ευφυής, γενναίος στα μικρά και στα μεγάλα. Αρκεί να κρατούσε ζωντανό το μυαλό του και το μυαλό μας» σχολίαζε ο προσωπικός του φίλος και επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρος Θεοδωράκης, ενώ το Κίνημα Αλλαγής έκανε λόγο για έναν ακαδημαϊκό που «υπηρέτησε αταλάντευτα με τις ιδέες και τις πράξεις του ένα προοδευτικό πλαίσιο αξιών, εμπνέοντας τους πολίτες με τη στάση ζωής του».

Δυσαναπλήρωτο κενό. Η μεγαλύτερη νίκη του Τσακυράκη, λένε όσοι τον γνώριζαν, είναι η παραδοχή της σκέψης και της προσφοράς του ακόμα κι από εκείνους που τα τελευταία χρόνια προσπάθησαν να τον σπιλώσουν. «Αγωνιστής της Δημοκρατίας, υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μαχητικά αντίθετος στη χούντα και διακεκριμένος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου, ο Σταύρος Τσακυράκης αφήνει δυσαναπλήρωτο κενό στο μέτωπο της προόδου» έγραψε στο Τwitter ο Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ σε ανακοίνωσή του επισήμανε πως ο Τσακυράκης «μας αφήνει πολύτιμη παρακαταθήκη ένα πλούσιο επιστημονικό έργο αλλά, κυρίως, το υπόδειγμα της αγωνιστικής στάσης ζωής του».

Ποιος ήταν

Το τελευταίο μάθημα

Ο καθηγητής Σταύρος Τσακυράκης είχε γεννηθεί στον Μόλυβο της Λέσβου το 1951. Γιος γιατρού, ήρθε στην Αθήνα ως οικότροφος του Κολλεγίου Αθηνών – είχε επιλεγεί από το σχολείο που στήριζε παιδιά από οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα. Εισήχθη στη Νομική και δραστηριοποιήθηκε πολιτικά στον Ρήγα Φεραίο, όπου εξελέγη γραμματέας της οργάνωσης. Για τη δραστηριότητά του εναντίον της χούντας, τον Αύγουστο του 1973 συνελήφθη, βασανίστηκε, φυλακίστηκε. Παρ’ όλα αυτά, ήταν παρών στην εξέγερση του Πολυτεχνείου, μέλος της συντονιστικής επιτροπής κατάληψης.

Μετά την πτώση της χούντας έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Φιλοσοφία του Δικαίου στη Ρώμη και κατόπιν στο Παρίσι. Το 1990 αναγορεύθηκε διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αργότερα είχε την τύχη να παρακολουθήσει μαθήματα στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, με καθηγητές, μεταξύ άλλων, τον Ρολς και τον Ντουόρκιν.

Παρεμβατικός, αρθρογραφούσε συνεχώς, για πολλά χρόνια ήταν τακτικός αρθρογράφος στα «ΝΕΑ». Το επιστημονικό έργο του περιστράφηκε γύρω από τα δικαιώματα και τις ελευθερίες και ιδίως γύρω από το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης. Εγραψε, μεταξύ άλλων, τα βιβλία «Η ελευθερία του λόγου στις ΗΠΑ» (1997), «Θρησκεία κατά τέχνης» (2005), «Από πού κι ως πού όλοι οι αγώνες είναι δίκαιοι;» (2018). Το κείμενό του για την αρχή της αναλογικότητας – «Proportionality: An assault on human rights?», που δημοσιεύτηκε στο «International Journal of Constitutional Law» (Ιούλιος 2009) τροφοδότησε μια διεθνή συζήτηση στην οποία συμμετέχουν σημαντικοί διεθνώς καθηγητές του Δικαίου. Ηταν ακόμα μέλος της επιστημονικής επιτροπής στην επιθεώρηση «The Βοοks’ Journal», ενώ υπήρξε υποψήφιος ευρωβουλευτής με Το Ποτάμι.

Εργάστηκε ως καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών. Τον Απρίλιο του 2018 έδωσε το τελευταίο του μάθημα σε μία κατάμεστη αίθουσα, καθώς θα αφυπηρετούσε στο τέλος της ακαδημαϊκής χρονιάς. Ονειρευόταν να ζει με τη σύνταξή του, μαχητικός και παρεμβατικός, ενταγμένος εκ νέου στον γενέθλιο τόπο του, τον Μόλυβο.

Δεν πρόλαβε. Εφυγε την Παρασκευή στα 67 του χρόνια νικημένος από τον καρκίνο.

Ανακοίνωση από το ΔΣ του Ομίλου Αριστόβουλος Μάνεσης

Το Διοικητικό Συμβούλιο του Ομίλου Αριστόβουλος Μάνεσης εκφράζει τη βαθύτατη οδύνη του για την απώλεια του ιδρυτικού του μέλους, καθηγητή Σταύρου Τσακυράκη. Ο Σταύρος Τσακυράκης υπήρξε θαρραλέος και μαχητικός αγωνιστής του αντιδικτατορικού κινήματος. Κριτικός και ασυμβίβαστος, υπηρέτησε και υπερασπίσθηκε με συνέπεια τη Δημοκρατία, το Σύνταγμα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες. Τίμησε την επιστήμη του Συνταγματικού Δικαίου με το έργο και το ήθος του και υπήρξε αγαπητός συνάδελφος και αφοσιωμένος δάσκαλος. Ο Ομιλος Μάνεση εκφράζει τα πιο θερμά του συλλυπητήρια στην οικογένεια και τους οικείους του.

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ

Ενας δημόσιος διανοούμενος που μπορούσε να αντισταθεί στον λαϊκισμό

Ο Σταύρος Τσακυράκης υπήρξε ενεργός πολίτης και μάχιμος δημοκράτης πολύ πριν διαμορφώσει την επιστημονική του ταυτότητα στο Συνταγματικό Δίκαιο. Τα ισχυρά βιώματα και το αξιακό του υπόβαθρο – «ανανεωτικά αριστερό» σύμφωνα με την παλιά τυπολογία – διασταυρώθηκαν με τη μελέτη και τη βαθιά γνώση, τη συμμετοχή στη διεθνή επιστημονική συζήτηση, τη συστηματική παρακολούθηση της ελληνικής, της ευρωπαϊκής και της αμερικανικής νομολογίας. Διαμόρφωσε έτσι μια στιβαρή και καθαρή θέση υπέρ των εγγυήσεων του κράτους δικαίου, της ακεραιότητας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αρχής γενομένης από την ελευθερία του λόγου, της φιλελεύθερης δημοκρατίας, της ανάγκης για δικαστική προστασία από μια πραγματικά ανεξάρτητη δικαστική εξουσία, οι αποφάσεις της οποίας τελούν υπό διεθνή έλεγχο. Αυτή η στάση άφηνε πολύ πίσω την αμήχανη συζήτηση για το τι είναι στις ημέρες μας «αριστερό» ή «προοδευτικό». Με αυτήν την πολιτική και θεωρητική αναγωγή ο Σταύρος Τσακυράκης κατέστη ένας παραδοσιακός και μετανεωτερικός ταυτοχρόνως ακαδημαϊκός δάσκαλος, μέντορας και εμψυχωτής, εμπνέοντας έναν από τους πιο ζωντανούς ακαδημαϊκούς και νεανικούς κύκλους. Αναδείχθηκε σε έναν ιδιαίτερα επιδραστικό και έγκυρο δημόσιο διανοούμενο που μπορούσε να αντισταθεί στον λαϊκισμό, τη συνωμοσιολογία ή την αφέλεια της ημιμάθειας. Στάθηκε, δεκαετίες μετά τη δικτατορία, όρθιος ξανά, λέγοντας δύσκολες και αντιδημοφιλείς αλήθειες τα χρόνια της κρίσης και των Μνημονίων. Εδειξε με πολλούς τρόπους την αγωνία του για τη δημοκρατική προοδευτική παράταξη, τις εκδοχές και τις προοπτικές της.

Ο ιδιωτικός όμως Σταύρος που σήκωσε τα τελευταία χρόνια τον σταυρό του ήταν ακόμη πιο σπουδαίος και διδακτικός, καίριος και λιτός. Ηξερε ότι η αγάπη για τους ανθρώπους, τους ανθρώπους μας, τον άνθρωπο είναι το μείζον. Πολύ μικρή σημασία έχει αν αυτό είναι θεολογία ή φιλοσοφία του δικαίου. Ηξερε ότι είναι η ουσία της ζωής μας.

ΗΛΙΑΣ ΚΑΝΕΛΛΗΣ

Ενας βαθύς, ανάλαφρος στοχαστής

Δύο πράγματα απεχθανόταν στη ζωή του ο Σταύρος Τσακυράκης. Την κοινοτοπία. Και την έλλειψη χιούμορ.

Η κοινοτοπία, που θεωρούσε ότι δέσποζε στη σκέψη και στην πολιτική, αλλά και στις τέχνες και στη δημοσιογραφία, ήταν, κατά τη γνώμη του, ο λόγος για τον οποίο η ελληνική κοινωνία δεν μπόρεσε να συμβαδίσει με τις προηγμένες χώρες της Δύσης. Η Ελλάδα κλωτσούσε την τύχη που την οδήγησε, χωρίς κούραση ή έστω με λίγη κούραση, να απολαμβάνει μια συνθήκη ελευθερίας, δημοκρατίας, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων, προόδου και ευημερίας. Αντίθετα, επιδίωκε το φτηνιάρικο, την οκνηρή σκέψη, την επιδειξιομανία, το κιτς, το φτηνό χρηματιστήριο αξιών που αποθέωσαν όλες οι ιδεολογικές σχολές – κι ανάμεσά τους η Αριστερά, ο χώρος από τον οποίο καταγόταν και στον οποίο αναφερόταν η σκέψη του. Ο ιδεολογικός χώρος του Τσακυράκη, τα τελευταία χρόνια, ήταν ξένος προς τις απόψεις του για τον κόσμο και τη ζωή – κι ίσως γι’ αυτό οι προσεγγίσεις του της πολιτικής αλλά και των εφαρμογών μιας φιλελεύθερης θεωρίας της δικαιοσύνης ήταν κοντινές σε αυτές των αμερικανών λίμπεραλ. Ενας αριστερός φιλελεύθερος με ιδέες η εμβέλεια των οποίων έβρισκε τοίχους θα ένιωθε πολύ μόνος. Ο Τσακυράκης, όμως, ήξερε να επιμένει. Και προσπαθούσε να παρεμβαίνει όποτε χρειαζόταν. Ποτέ εκ των υστέρων, πάντα όταν είχε νόημα.

Αγωνίστηκε για την κατάργηση της βουλευτικής ασυλίας. Αντιτάχθηκε, από τους λίγους, στον συνωμοσιολογικό αντιαμερικανισμό που εκδηλώθηκε μετά την 11η Σεπτεμβρίου. Προάσπισε την ελευθερία του λόγου, όποτε θεωρήθηκε ότι η Δικαιοσύνη δεν μπορούσε να την προστατεύσει. Υπερασπίστηκε τη γνώση και την εξειδίκευση, αποθέωνε τους αρίστους και φρόντιζε, όσο μπορούσε, να κερδίζουν διακεκριμένη θέση στην ελληνική κοινωνία. Αγωνίστηκε κατά του λαϊκισμού που ξέσπασε μετά τη χρεοκοπία της χώρας, υπερασπιζόμενος το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα των προγραμμάτων διάσωσης που εκπόνησαν για την Ελλάδα οι δανειστές («Ζήτω το Μνημόνιο» τιτλοφορούσε άρθρο του στα «ΝΕΑ», στις 21/9/2010, το οποίο κατέληγε ότι «ανάπτυξη δεν θα υπάρξει αν δεν κατορθώσουμε να νοικοκυρευτούμε, και αυτό δεν πρόκειται να γίνει από τη µια μέρα στην άλλη χωρίς µόχθο και σκληρή εργασία»). Διεκδίκησε το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, ακόμα και του μισαλλόδοξου λόγου. Υπέρ της γνώσης, αντιτάχθηκε στις προσπάθειες οργανωμένων μειοψηφιών να κλείνουν το πανεπιστήμιο. Πολέμησε μαχητικά για τη διάκριση των εξουσιών και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης από την πολιτική – με αποκορύφωμα τη σύγκρουσή του με την πρώην πρόεδρο του Αρείου Πάγου και νυν σύμβουλο του Πρωθυπουργού Βασιλική Θάνου και αργότερα, μετά τις τηλεφωνικές επικοινωνίες του υπουργού Αμυνας Πάνου Καμμένου με ισοβίτη, αδιαφορώντας για τις επιθέσεις εναντίον του τού κυβερνητικού εκπροσώπου Δημήτρη Τζανακόπουλου…

Γενικώς, αδιαφορούσε για τον πολιτικό (όπως και για τον νομικό) φορμαλισμό, ακόμα και για τις επικρίσεις εναντίον του, όταν μάλιστα προέρχονταν από αυταρχικούς ή / και συντηρητικούς υπηρέτες της κοινοτοπίας, ανεξαρτήτως ιδεολογικού προσήμου. Κατά σύμπτωση, τέτοια πρόσωπα, όλα, έχουν πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους και για την εξουσία τους.

Κι αντίθετα από τέτοια πρόσωπα, ο Τσακυράκης διέθετε χιούμορ. Βαθύ, διαβρωτικό χιούμορ. Το παιγνιώδες, αντιεξουσιαστικό όπλο που διαθέτουν οι αληθινά βαθείς στοχαστές.

ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΗΤΣΟΣ

Χωρίστρα

Οταν το έμαθα, σκέφτηκα, κι έγραψα: και τώρα τι θα κάνουμε; Κι όσο περνούσε η ώρα, τόσο πιο έντονα αναρωτιόμουν: ποιος θα ξεχωρίζει τώρα για μας το δίκαιο από το άδικο; Ποιος θα μας δείχνει τον δρόμο τον σωστό;

Οχι, δεν ήταν γκουρού. Ούτε φυσικά κατείχε την απόλυτη αλήθεια. Ηταν διανοούμενος, ο ορισμός του διανοουμένου. Και κάτι παραπάνω: ήταν δάσκαλος. Εντιμος, μαχητικός και αταλάντευτος. Σε ζητήματα δικαιοσύνης και ανθρωπίνων δικαιωμάτων ιδιαίτερα, δεν δεχόταν εκπτώσεις. «Τα δικαιώματα είναι απόλυτα και απεριόριστα» έλεγε πάντα. Και υπέρτατο δικαίωμα η ελευθερία του λόγου. Ακόμη και η ύβρις. Ακόμη κι ένα μικροπρεπές ανώνυμο σχόλιο πριν από χρόνια εναντίον του από τις στήλες αυτής της εφημερίδας. Δεν θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου που δεν αντέδρασα. Αλλά πάλι εκείνος έδειξε τον δρόμο.

Ο Σταύρος Τσακυράκης δεν ήταν απλώς ένας αντιστασιακός που ακόμη κι όταν συνελήφθη και βασανίστηκε φρόντισε να μην αποκαλύψει τίποτα ενοχοποιητικό για τους φίλους του και τους συντρόφους του. Ηταν ένας αντιστασιακός που δεν χρησιμοποίησε και δεν εξαργύρωσε ποτέ αυτή την αντίσταση. Δεν ήταν απλώς ευθύς, γενναιόδωρος και γενναίος. Ηταν σεμνός. Δεν ήταν απλώς ευφυής. Είχε μοναδική αίσθηση του χιούμορ. Το πιο συγκινητικό δεν ήταν η φιλία που σου χάριζε. Ηταν αυτά που έλεγε για σένα στους άλλους.

«Πάλι χωρίστρα μου έκανες» έλεγε όταν διάβαζε κάτι επαινετικό. Αλλά είχε άδικο. Δεν τον επαινούσα. Ενα ελάχιστο κομμάτι χρέους εκπλήρωνα. Μα τώρα το φορτίο είναι ασήκωτο.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ

Σωκρατικός συζητητής

Ο Σταύρος Τσακυράκης πίστευε, ήλπιζε, αγαπούσε, διαλεγόταν.

Πίστευε βαθιά στην ελευθερία, στα πολιτικά και ανθρώπινα δικαιώματα, στη δημοκρατία που μόνο αυτή μπορεί να τα εξασφαλίσει. Στην αυταξία της ανθρώπινης ιδιότητας, στην αξιοπρέπεια που δικαιούται κάθε πρόσωπο, στο πολιτικό, ηθικό, υλικό «ευ ζην» που πρέπει να εξασφαλίζει κάθε κοινωνία στα μέλη της. Ηταν γλυκύτατος αλλά έβγαζε αγκάθια για όσους καταπατούσαν ή περιφρονούσαν τα πιστεύω του.

Αγαπούσε το πανεπιστήμιο, τους φοιτητές του, τη νομική επιστήμη, την πατρίδα του τον Μόλυβο, τα παιδιά όλου του κόσμου. Και φυσικά την Πόπη του, τον Κλεάνθη, την κυρία Ηρώ. Ηταν γενναιόδωρος στις αγαπητικές του σχέσεις και για τούτο έβρισκε πάντα ανταπόδοση. Ηταν της περιπατητικής και προφορικής σχολής, συζητητής που αγαπούσε να επιχειρηματολογεί και ήξερε να ακούει και να αποδέχεται επιχειρήματα. Μου φαίνεται τίποτα δεν απολάμβανε περισσότερο από την καλή συζήτηση – και μια από τις καλύτερές του ήταν αυτή με τον Απόστολο Δοξιάδη που καταγράφηκε στο τελευταίο βιβλίο του: «Από πού κι ως πού όλοι οι αγώνες είναι δίκαιοι;».

Ηλπιζε πως τα πράγματα μπορούσαν να γίνουν καλύτερα μέσα από την πολιτική δράση, πως μπορούσε να υπηρετήσει μέσω της στράτευσης αυτά που πίστευε και να απολαύσει αυτά που αγαπούσε. Για τούτο αγωνίστηκε κατά της χούντας μέσα από τις γραμμές του Ρήγα Φεραίου και πλήρωσε βαρύ τίμημα· εντάχθηκε μετά στο ΚΚΕ εσωτερικού, υπήρξε θερμός υποστηρικτής του εκσυγχρονιστικού προγράμματος του Κώστα Σημίτη. Πρωτοστάτησε στη δημιουργία του Ποταμιού αλλά αποχώρησε και από τους πρώτους. Δεν ήταν φτιαγμένος για παιχνίδια εξουσίας, είναι ξένη προς τη φύση του σωκρατικού συζητητή η άσκηση εξουσίας. Ανήκε σε εκείνη την παλιά ρομαντική γενιά που εντάχθηκε στην Αριστερά για να υπηρετήσει τις ιδέες της, όχι για να αποκτήσει τα προνόμια του κομματικού στελέχους και του επαγγελματία πολιτικού.

Με τη βοήθεια του Νώντα Σαμαντά και της ομάδας του στους «Αγιους Ανάργυρους», ο Σταύρος πάλεψε τρία χρόνια τον καρκίνο. Εξάντλησε κάθε ψήγμα «προσδόκιμου χρόνου ζωής», προσφέροντάς τα σε αυτούς και αυτά που αγαπούσε. Εφυγε, αφού πρόλαβε την άνοιξη να δώσει και το τελευταίο απολαυστικό συζητητικό μάθημά του στο πανεπιστήμιο, αφού πρόλαβε να επιστρέψει στον Μόλυβο για να ενωθεί με το τοπίο των παιδικών του χρόνων. Θα τον θυμόμαστε και θα τον τιμάμε, τιμώντας αυτά που πίστευε, που αγάπησε, που ήλπιζε να γίνουν.

ΝΙΚΟΣ ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ

Η ακραία εκδοχή της ευθύτητας

Τι ήταν τελικά αυτό που ξεχώριζε τον Σταύρο Τσακυράκη ως επιστήμονα, ως δάσκαλο και ως φίλο;

Εκτός από τη μοναδική ευφυΐα του, που του επέτρεπε να αντιλαμβάνεται ταχύτερα από τον καθένα μας ποια είναι η ουσία των πραγμάτων, ήταν προπάντων η ειλικρίνειά του.

Ο Σταύρος δεν μπορούσε να υποκριθεί. Δεν μπορούσε να κάνει πως δεν καταλαβαίνει. Ελεγε τη γνώμη του και όποιον πάρει ο χάρος. Εξού και το δέσιμό του με όσους αγαπούσε, αλλά και οι παροιμιώδεις ρήξεις του με όσους κατά καιρούς τον απογοήτευαν.

Στην αδυναμία του να υποκριθεί οφειλόταν ακόμη και η απρόβλεπτη σχέση του με την πολιτική.

Από τη σαραντάχρονη σχεδόν πείρα μου στη Νομική Σχολή, μπορώ υπεύθυνα να βεβαιώσω ότι κανένας καθηγητής δεν τιμήθηκε εν ζωή από τους μαθητές του όσο ο Τσακυράκης.

Και ο ίδιος το ανταπέδιδε γενναιόδωρα, πάντοτε όμως με αυστηρότητα και δικαιοσύνη.

Για όσους από μας συμπορευθήκαμε μαζί του και πολιτικά, ο Σταύρος ήταν μοναδικός για έναν επιπλέον λόγο: συνέθετε όσο κανένας άλλος της γενιάς μας την πνευματική αριστεία με τη γνήσια λαϊκότητα. Μπορούσε να μιλά εξίσου άνετα με τον μεγαλύτερο φιλόσοφο και με τον μανάβη της γειτονιάς. Και τούτο, χωρίς να ενδίδει ποτέ στην εύκολη λύση, δηλαδή τον λαϊκισμό είτε της Δεξιάς είτε κυρίως της Αριστεράς, τον οποίο απεχθανόταν.

Και μια πιο προσωπική εκτίμηση, που δεν είμαι βέβαιος ότι θα τον ευχαριστούσε: όσους κεραυνούς και αν κατά καιρούς εξαπέλυε εναντίον της, από την Αριστερά δεν αποκόπηκε τελικά ποτέ. Αραγε θα του το αναγνωρίσει κάποτε;