Από μακριά η μελωδία δεν ήταν ευδιάκριτη, αλλά όταν περνούσες τον έλεγχο των εισιτηρίων και τις ουρές των υπόλοιπων θεατών στις εισόδους του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου βεβαιωνόσουν ότι τα χάλκινα έπαιζαν το θρακιώτικο «Τι ‘θελα και σ’ αγαπούσα», σε συνδυασμό με άλλα παραδοσιακά. Το γλέντι που είχε στηθεί στα καμαρίνια συνεχίστηκε επί σκηνής υφαίνοντας τον ιδανικό κόσμο που οραματίστηκε ο Νικίτα Μιλιβόγεβιτς για τον «Πλούτο» του Αριστοφάνη, παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου σε συνεργασία με το Εθνικό Θέατρο Βελιγραδίου.

Το αγροτικό σκηνικό με τις κολόνες – κυλίνδρους από στάχυα, οι οποίες λειτουργούσαν και ως αυτοσχέδια καθίσματα (σκηνικά Κένι ΜακΛέλαν), κυριαρχούσε στην «εικονογράφηση» κατά την αφήγηση της πασίγνωστης αριστοφανικής κωμωδίας. Ο σέρβος σκηνοθέτης επιχείρησε σημερινές αναγωγές του μύθου –που βρίθει από μηνύματα περί άνισης και άδικης κατανομής πλούτου –στα Βαλκάνια και τη δύσκολη «μοίρα» τους. Κάπως έτσι, ο Ερμής εμφανίστηκε με ένα drone –που τα πανθ’ ορά –υπό τους ήχους ενός ελικοπτέρου.

«Μήπως είναι πλανόδιοι; Μήπως είναι τουρίστες; Μήπως πλανόδιοι χορευτές;» διερωτάται ο Χορός όταν βλέπει τον Χρεμύλο (τον οποίο υποδύεται ο Γιώργος Γάλλος) παρέα με έναν τυφλό κουρελή γέροντα. Είναι ο Πλούτος (Βασίλης Χαραλαμπόπουλος), τον οποίο ακολούθησε ο Χρεμύλος καθ’ υπόδειξη του Απόλλωνα όταν επισκέφθηκε το Μαντείο των Δελφών με την ελπίδα ότι αυτός και οι τίμιοι συμπολίτες του θα πλουτίσουν, αν καταφέρει και αποκτήσει το φως του ο Πλούτος. Οπως και γίνεται, καθώς ο Ασκληπιός που ερμήνευσε ο Γιάννης Κότσιφας (με περούκα και μακριά γούνα) τα καταφέρνει κάνοντας πραγματικότητα την ιδεαλιστική άποψη του Χρεμύλου, ότι το μέλλον δηλαδή και η ευμάρεια ανήκει στους ενάρετους και τους τίμιους ανθρώπους. Η Πενία (Γαλήνη Χατζηπασχάλη) που μέχρι εκείνη τη στιγμή είχε τα ηνία της πόλης επιχειρηματολογεί πάνω στα οφέλη της φτώχειας και την αλλαγή των συνθηκών: «Α, ναι, θ’ αλλάξουν σίγουρα –προς το χειρότερο. Ρε αμοιβάδια, άμα ο Πλούτος ξαναδεί κι όλοι σας πάρετε απ’ αυτόν ίσο κομμάτι, ποιος θα φτιάνει καλλιτεχνήματα, ποιος θα μαστορεύει, ποιος θα δουλεύει; Κανένας». Αλλα τα επιχειρήματά της ήταν μάλλον μαχητά.

ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΡΙΕΣ. Η αφήγηση ξετυλίχθηκε υπό τους ήχους που έγραψε ο ταλαντούχος Αγγελος Τριανταφύλλου και εκτέλεσαν οι Δημήτρης Κατσίβελος (τρομπέτα), Κώστας Σαπούνης (τρομπέτα β), Σπύρος Νίκας (σαξόφωνο), Λεωνίδας Παλαμιώτης (τρομπόνι), Ρενάτο Κούσι (τρομπόνι β), Στρατής Σκουρκέας (κρουστά), Μενέλαος Μωραΐτης (τούμπα), Γιώργος Δούσος (κλαρίνο). Ηχοι μπλεγμένοι με το «Enjoy yourself, enjoy yourself, It’s later than you think», δημοφιλές ποπ κομμάτι του Καρλ Σίγκμαν (1949), το οποίο ερμήνευσε ο Πλούτος (Βασίλης Χαραλαμπόπουλος). Ο Ασκληπιός, ο Πλούτος και η Πενία, στο τέλος της παράστασης, ντυμένοι στην τρίχα αποχωρούν μαζί από τη σκηνή, αφήνοντας στον αέρα ερωτήματα και απορίες. Ισως επειδή, όπως αναφέρει ο K.J. Dover, στο «Η κωμωδία του Αριστοφάνη» (εκδόσεις ΜΙΕΤ), «Ο «Πλούτος» σχετίζεται λιγότερο με θέματα οικονομίας και κοινωνιολογίας και περισσότερο με τη μαγεία, τη φαντασία και το υπερφυσικό…».

Η εικόνα των τριών που αποχωρούν επανήλθε κατά την ανάγνωση του επιμελημένου προγράμματος, τα κείμενα του οποίου απηχούν προφανώς ιδέες στις οποίες βασίστηκε ο σκηνοθέτης. «Τι είναι καταναλωτισμός;» αναρωτιέται σε ένα από αυτά ο Πασκάλ Μπρικνέρ («Η μιζέρια του πλούτου –Η θρησκεία της αγοράς και οι εχθροί της», εκδ. Αστάρτη, 2002).

«Μια ουτοπία αντιπερισπασμού, η ιδιοφυής και ταυτόχρονα θλιβερή ιδέα πως, από τη στιγμή που οι άνθρωποι ανταλλάσσουν ή αγοράζουν αγαθά, παύουν να κάνουν πόλεμο, διοχετεύουν τις επιθετικές τους ορμές στον χώρο ενός σούπερ μάρκετ ή του πολυκαταστήματος… Τα αποκτημένα αντικείμενα μας χαρίζουν πυρετικές απολαύσεις. Μόνο αυτό που μας αντιστέκεται μπορεί ν’ αντιπροσωπεύει μια αξία».