Το 1907 ο ιερέας Ευσέβιος Ματθόπουλος αποφάσισε να «διακονεί τον Θεόν με το

κήρυγμα του Σταυρού και του Χριστού » μέσα από μια συγκεκριμένη θρησκευτική

οργάνωση. Έτσι γεννήθηκε η Ζωή, «ένας σύλλογος», «μία αδελφότητα» η οποία στην

πορεία εξελίχτηκε σε ένα από τους πλέον ζωντανούς οργανισμούς της Εκκλησίας

στην χώρα μας με λόγο, ρόλο και κυρίως με μέλη φανατικούς και ιδιαίτερα

μορφωμένους λαϊκούς και κληρικούς.

Από την πρώτη στιγμή η οργάνωση εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα κάνοντας μέλη

κληρικούς, θεολόγους αλλά και επιφανείς πολίτες οι οποίοι αναλαμβάνουν ακόμη

και τα κατηχητικά, αλλά και θέματα «εθνικής διαπαιδαγώγησης» πρωτοστατώντας

ακόμη και σε συγκεντρώσεις εναντίον προσωπικοτήτων όπως ο Βενιζέλος, ο

Καζαντζάκης αλλά και εκπαιδευτικών όπως ο Γληνός και η Ρόζα Ιμβριώτη.

Αυστηροί

Με τη λήξη του Εμφυλίου οι οργανώσεις και κυρίως η Ζωή ιδρύουν οικοτροφεία,

σχολές με σκοπό τη στήριξη των νέων. Οι κανόνες αυστηρότατοι κυρίως για τα

παιδιά που προέρχονται από την επαρχία. Προσευχή, κατηχητικό, ομοιόμορφο

ντύσιμο, εκκλησιασμός υποχρεωτικός. Ο αριθμός των νέων που ακολουθούν την

οργάνωση μεγάλος. Μέχρι και το 1960 μαθητές και φοιτητές πυκνώνουν τις τάξεις

της οργάνωσης. Οι φοιτητές συγκροτούν την ΧΦΕ (Χριστιανική Φοιτητική Ένωση).

Ζωή και Σωτήρας

Το 1960 μια ομάδα θεολόγων και κληρικών διαφωνεί με τον τρόπο που λειτουργεί η

Ζωή. Τον βρίσκουν πολύ συντηρητικό και δημιουργούν τον Σωτήρα, μία οργάνωση

που ακόμη και σήμερα έχει, σε αντίθεση με την Ζωή που φθίνει, σημαντική

επιρροή στον χώρο της Εκκλησίας.

Παράλληλα όμως με αυτές τις δύο, με πρωτοβουλία μητροπολιτών (Καντιώτης)

δημιουργούνται νέες οργανώσεις όπως ο Σταυρός, η Σπίθα, αλλά και δεκάδες

αδελφότητες, όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Άγιος Παύλος, που συγκεντρώνουν

τεράστιες περιουσίες στην Αθήνα αλλά και σε άλλες περιοχές, κυρίως από δωρεές

μελών.

Ο Ιερώνυμος

Ιερώνυμος. Το Παλάτι τον έκανε Αρχιεπίσκοπο, αν και με βάση το καταστατικό

των οργανώσεων δεν έπρεπε να γίνει ούτε μητροπολίτης

Αν και με βάση τα καταστατικά των οργανώσεων απαγορεύονταν στα μέλη τους να

εκλέγονται μητροπολίτες, τελικά αυτό δεν ίσχυσε στην πορεία, τουλάχιστον στην

περίπτωση του Ιερώνυμου Κοτσώνη. Ο εκλεκτός των Ανακτόρων κατάφερε να εκλεγεί

Αρχιεπίσκοπος. Μάλιστα ο ίδιος φρόντισε να αναδείξει μητροπολίτες (περίπου 12)

οι οποίοι προέρχονταν από οργανώσεις και κυρίως από την Ζωή. Τότε το

αιτιολογικό ήταν ότι η Εκκλησία είχε ανάγκη από νέους και ικανούς Ιεράρχες οι

οποίοι θα είχαν εκτός των άλλων και την «έξωθεν καλή μαρτυρία». Μέχρι την

εκλογή του Σεραφείμ, ο Ιερώνυμος αλλά και οι λεγόμενοι Ζωικοί έχουν το πάνω

χέρι. Όμως ο νέος Αρχιεπίσκοπος δεν ήταν διατεθειμένος να συνεχίσει την

πολιτική του προκατόχου του. Αντίθετα, ήθελε να περιορίσει την δράση των

οργανώσεων.

Αποπομπή

Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ. Προσπάθησε πολύ να περιορίσει τη δράση των

παραεκκλησιαστικών οργανώσεων

Ως πρώτο μέτρο που πήρε ήταν η αποπομπή των μητροπολιτών οι οποίοι εξελέγησαν

επί Ιερωνύμου. Το θέμα των λεγόμενων Ιερωνυμικών απασχολεί ακόμη και σήμερα

την Εκκλησία της Ελλάδος, αφού οι εκδιωχθέντες προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη για

την αποκατάστασή τους, όπως ο πρώην Αττικής Νικόδημος. Από το 1974 και μετά οι

οργανώσεις περιορίζονται. Φθίνουν σιγά σιγά χωρίς ωστόσο να διαλυθούν. Σίγουρα

όμως έχουν ατονήσει και πλέον έχει μειωθεί ο αριθμός των μελών, αλλά και των

ιδρυμάτων που συντηρούσαν. Όμως ακόμη και σήμερα νέοι, θεολόγοι αλλά και

κυρίες των ενοριών, μέλη των οργανώσεων προσφέρουν εθελοντικά σε

κατασκηνώσεις, στο κατηχητικό αλλά και σε άλλες εκδηλώσεις μητροπόλεων. Σε

καμία περίπτωση όμως οι οργανώσεις που συνεχίζουν να λειτουργούν δεν έχουν

τίποτε από την παλιά τους αίγλη.

Ποιοι στηρίζουν – ποιοι αποδοκιμάζουν

Οι παραεκκλησιαστικές οργανώσεις (ονομάστηκαν έτσι γιατί έδρασαν ως αυτόνομες

αδελφότητες) είχαν πάντα τη δική τους δύναμη στην Ιεραρχία αφού πολλά από τα

μέλη τους έγιναν κληρικοί. Όμως υπήρχαν και αυτοί που δεν δίστασαν να έρθουν

σε σύγκρουση μαζί τους. Οι όροι «οργανωσιακοί «, «αντιοργανωσιακοί» για αρκετά

χρόνια κυριάρχησαν στην Εκκλησία. Οι εντάσεις αμβλύνθηκαν, όμως τις τελευταίες

μέρες ήρθαν και πάλι στην επικαιρότητα με αφορμή τις θέσεις που διατύπωσε ο

νέος Μητροπολίτης Κοζάνης κ. Αμβρόσιος στο συνέδριο των θεολόγων που έγινε

στην Αθήνα, ο οποίος μίλησε εναντίον του ρόλου των οργανώσεων. Όμως εκτός από

τον Αμβρόσιο, κατά της δράσης των οργανώσεων έχουν ταχθεί (εκτός του Σεραφείμ)

και οι Μητροπολίτες: Καβάλας Προκόπιος, Ζακύνθου Χρυσόστομος, Ιωαννίνων

Θεόκλητος, Σύρου Δωρόθεος, Γόρτυνος Θεόφιλος, αλλά και οι Αττικής Παντελεήμων

και Γουμενίσσης Δημήτριος.

Καλές σχέσεις με τις οργανώσεις είχαν, εκτός του Ιερωνύμου, οι Αρχιεπίσκοποι

Αλβανίας Αναστάσιος και Αμερικής Δημήτριος αλλά και οι Μητροπολίτες Φλωρίνης

Ύδρας, Φλωρίνης Σταγών και Μετεώρων, Λευκάδος, Λαγκαδά, Κιλκισίου, και οι

Επίσκοποι Ευρίπου και Αχελώου. Βεβαίως σ΄ αυτούς πρέπει να προστεθούν και οι

προερχόμενοι από τη «Χρυσοπηγή»: ο Αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος και οι

Μητροπολίτες Πειραιώς, Καλαβρύτων, Σάμου, και Δημητριάδος.

Σήμερα έντονες διαμάχες δεν παρατηρούνται, όμως κυρίως οι οργανωσιακοί

εκτιμούν ότι παράγοντες της Εκκλησίας έχουν βάλει στο μάτι τις περιουσίες των

αδελφοτήτων με τη μετατροπή τους σε μονές. Η βασική γραμμή που έχει υιοθετηθεί

από την πλειοψηφία της Ιεραρχίας είναι οι οργανώσεις να ενσωματωθούν με τις

μητροπόλεις και να υπακούουν στους μητροπολίτες. Όμως πολλοί είναι εκείνοι που

δεν ξεχνούν το παρελθόν. Ένας από αυτούς, ο νέος Μητροπολίτης Κοζάνης

Αμβρόσιος, ο οποίος επιτέθηκε στον τρόπο δράσης των οργανώσεων για να δεχτεί

τα πυρά του Μητροπολίτη Πειραιώς. Ο κ. Καλλίνικος τον χαρακτήρισε νεόφυτο με

θέσεις που «προσβάλλουν ανιδιοτελείς εργάτας του Ευαγγελίου», υποστηρίζοντας

ότι οι οργανώσεις «παράγουν εκλεκτά προϊόντα όπως ο Αρχιεπίσκοπος». Χθες, ο

Μητροπολίτης Κοζάνης, μιλώντας στους δημοσιογράφους, χαρακτήρισε τα όσα είπε ο

κ. Καλλίνικος πολεμικό ανακοινωθέν και δήλωσε ότι εμμένει στις απόψεις του:

«Εμμένω στις απόψεις μου. Το ανακοινωθέν του Πειραιώς είναι πολεμικό και

κακογραμμένο. Ο ελληνικός λαός έχει κρίση και γνώση και καταλαβαίνει. Όσον

αφορά τους χαρακτηρισμούς (νεόφυτος), πολλοί ευθύνονται που στα 60 μου έγινα

νεόφυτος». Όπως έλεγαν συνεργάτες του, ο κ. Αμβρόσιος ήθελε με τη φράση αυτή

να πει ότι «είχε όλα τα προσόντα εκείνα για να εκλεγεί μητροπολίτης νωρίτερα».

«ΧΡΥΣΟΠΗΓΗ»

Με αρχές: Υπακοή, παρθενία και ακτημοσύνη

Και ενώ οι οργανώσεις με την εκλογή του Σεραφείμ περιορίζουν τη δράση τους,

την ίδια περίοδο έρχεται στην επιφάνεια η δράση της αδελφότητας «Χρυσοπηγή».

Πρόκειται για μια οργάνωση που δεν έχει πολλά μέλη, τα οποία πρεσβεύουν τη

θεωρία «περί κοινωνικού μοναχισμού», με βασικές αρχές την υπακοή, την παρθενία

και την ακτημοσύνη. Και αυτή η οργάνωση ίσως να είχε την ίδια τύχη με τις

άλλες εάν δεν είχε ως μέλη τρία πρόσωπα με ειδικό βάρος στην Εκκλησία: τον

σημερινό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, τον Μητροπολίτη Πειραιώς Καλλίνικο και τον

Μητροπολίτη Καλαβρύτων Αμβρόσιο. Σε αυτούς, στην πορεία προστέθηκαν και οι

Μητροπολίτες Σάμου Ευσέβιος και Δημητριάδος Ιγνάτιος.

Το γεγονός ότι ένα μέλος της, ο κ. Χριστόδουλος, εξελέγη Αρχιεπίσκοπος,

σημαίνει πολλά για τη δράση της «Χρυσοπηγής», της οποίας ο αριθμός των μελών

είναι πολύ μικρός ακόμη και σήμερα. Οι μοναχοί που βρίσκονται στο μοναστήρι

δεν ξεπερνούν τους 18, αφού η επιλογή τους γίνεται με αυστηρά κριτήρια.

Από το 1958

Η δράση των τριών αρχίζει στην ουσία το 1958, όταν ιδρύουν την αδελφότητα

«Χρυσοπηγή» με έδρα το Παγκράτι, όπου ακολουθούν αυστηρά μοναστική ζωή. Το

1961 και οι τρεις μεταφέρονται στα Μετέωρα και στη συνέχεια έρχονται και πάλι

στην Αθήνα.

Με την εκλογή τους ως Μητροπολίτες και οι τρεις λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο.

Προγράμματα για τους νέους, κατασκηνώσεις, κατηχητικά, εκδόσεις βιβλίων και

εντύπων με θρησκευτικό περιεχόμενο, είναι μέσα στις δραστηριότητές τους που

επεκτείνονται. Σε αντίθεση με τις υπόλοιπες οργανώσεις, η «Χρυσοπηγή»

προσπαθεί με λιγότερο αυστηρό τρόπο να προσεγγίσει τους νέους ( Χρστόδουλος).

Όμως, μετά την εκλογή του κ. Χριστόδουλου, Καλλίνικος και Αμβρόσιος φρόντισαν

να κρατήσουν αποστάσεις και να διαφωνήσουν με θέσεις του Αρχιεπισκόπου σχετικά

με τον τρόπο δράσης των κληρικών. Ωστόσο, συμφωνούν και οι τρεις πως η

Εκκλησία έχει ανάγκη από μορφωμένους ιερείς αλλά και Μητροπολίτες.